Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Οδηγός... Μακρυνίτσας

Την αγαπάω ιδιαίτερα. Καλά την είπαν «μπαλκόνι του Πηλίου». Αυτό είναι η Μακρυνίτσα. Βρέθηκα για 48 ώρες στα καλντερίμια της κι ανακάλυψα πάλι κάτι καινούργιο. Γιατί η Μακρυνίτσα το έχει αυτό το καλό. Δε σου δείχνει, αμέσως, όλες τις ομορφιές της. Είναι έξυπνη γυναίκα. Σου εμφανίζει, σε κάθε σου επίσκεψη και κάτι διαφορετικό.
Δεν πρόκειται να σας πω τι βρήκα αυτήν τη φορά. Σημασία έχει να κάνετε τις δικές σας ανακαλύψεις. Πάντως, με την πρώτη ευκαιρία, να πάτε.
Πρωί, πάρτε το καλντερίμι δεξιά από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο (την εκκλησία της πλατέιας). Αφήστε δεξιά σας το καφενείο του Θεόφιλου και περπατήστε λίγο ακόμη. Το δρόμο θα σας κλείσει ένα αρχοντικό, με φοβερό μπαλκόνι στο Βόλο. Φάτε εκεί πρωινό. Καταπληκτική ομελέτα, φιλόξενος ιδιοκτήτης. Και η μαρμελάδα το κάτι άλλο.
Για μεσημέρι, προτιμήστε το γνωστό εστιατόριο στην πλατεία. Αν έχει δροσιά, είναι ό,τι πρέπει να τσίπουρο, σπεντζοφάι και φασόλια φούρνου. Από πάνω γλυκό του κουταλιού (αυτήν την εποχή προτιμήστε καρυδάκι, τριαντάφυλλο ή λεμόνι).
Το απόγευμα φροντίστε να έχετε κρατήσει ελιόψωμο και τυρόψωμο από το φούρνο δίπλα στο ξενοδοχείο Αχιλλέας. Α! Κι ένα μυστικό. Ο ιδιοκτήτης δε λέγεται Αχιλλέας. Κι ένα δεύτερο μυστικό: Είναι από τον Άγιο Αθανάσιο Δράμας!
Το βράδυ κατεβείτε στο Βόλο. Για τσίπουρο στην παραλία (ο «Γιώργος» στην αρχή του λιμανιού είναι καλή λύση). Μην οδηγήσετε στην επιστροφή. Τα τσίπουρα κουράζουν και νυστάζουν. Πάρτε ταξί. Το πρωί δεν θα σας πονάει το κεφάλι -η Μακρυνίτσα έχει υγρασία «μηδέν».
Σε άλλο ποστ, λεπτομέρειες για άλλες γωνιές του Πηλίου (και προσωπικές φωτογραφίες, γιατί τώρα ακόμη μαθαίνω τα τερτίπια της νέας ψηφιακής).

Για τους καλοφαγάδες, προσφέρω μια μερίδα κοντοσούβλι(στη φωτογραφία). Το έψησε φίλος (ο Σπύρος) στην αυλή του σπιτιού του, στην Κουκουράβα. Είχε μέρες το κρέας στο κρεμμύδι, για να μαλακώσει και το έψηνε σε χαμηλή φωτιά, επί τέσσερις ώρες. Φάγαμε και τα πιάτα.
Α! Ο Σπύρος κάνει καταπληκτική κοπανιστή (σε κάνει δράκο με τις φωτιές που θα βγάλεις από το στόμα σου, αλλά έτσι είναι η σωστή κοπανιστή) και θανατηφόρο τζατζίκι (να φάει και η/ο σύντροφος, γιατί διαφορετικά κάποιος θα κοιμηθεί στον καναπέ).

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Πείνασα
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Πολύ... νόστιμη η Μακρυνίτσα. Σκέψου όμως... να περνάς καλά εκεί που τρως καλά. Αρρώστια; ΑΜΑ Η ΕΚΔΡΟΜΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΞΕΝΥΧΤΙ, ΞΥΔΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΣΤΡΑΤΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΛΑΚΙΑ ΕΚΔΡΟΜΗ. 42 είσαι ακόμα, θείο!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ