Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η αλήθεια κι ο Ιανός



Αφορμή για το σημερινό blog πήρα από μία επίσκεψη στο blog του Νίκου Δήμου. Με το γνωστό του τρόπο μας έδειξε, για άλλη μία φορά, ότι η αλήθεια έχει δύο όψεις: αυτήν που εμείς θεωρούμε αλήθεια κι αυτήν που οι άλλοι δέχονται ως αλήθεια. Ο λόγος για τη σφαγή στο Λίβανο.
Είχα πάντα την απορία: Πώς ένας λαός, που διώχθηκε όπως οι Εβραίοι, που τριγυρνούσε στις επτά θάλασσες, που είδε χιλιάδες να οδηγούνται στα κρεματόρια, στα Άουσβιτς και στα Μπούχεβαλντ, κατάφερε να αναπαράγει με τέτοιον τρόπο τόση βία...
Η απορία μου λύθηκε από έναν αδελφικό φίλο -και επί χρόνια συμμαθητή. Από έναν από τα παιδιά εκείνα που, την ώρα των θρησκευτικών, δεν ήταν στην τάξη. Ο Τζάκος είχε τα δικά του πιστεύω.
Τα ακολούθησε ως τα κιμπούτς του Τελ Αβίβ. Κι επέστρεψε, κάποια στιγμή, στη Θεσσαλονίκη του. Υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό. Παντρεύτηκε χριστιανή (με πολιτικό γάμο). Εργάστηκε σε επιχείρηση χριστιανού κι έχει για φίλους ακόμη και μουσουλμάνους.
Ο Τζάκος θα γινόταν ραβίνος. Τελικά, μπλέχτηκε με επιχειρήσεις. Ήταν ο άνθρωπος που μου έδειξε μια άλλη αλήθεια.
Προσέξτε: Η υπερβολή των Ισραηλινών στο Λίβανο άρχισε μετά από επίθεση της Χεζμπολά σε φυλάκειο, κατά τη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν επτά ισραηλινοί στρατιώτες και απήχθησαν δύο. Το τελευταίο χρονικό διάστημα, πάλι πριν την υπερβολή των Ισραηλινών, στις πόλεις του Βόρειου Ισραήλ έπεσαν 2.700 ρουκέτες της Χεζμπολά. Το Ισραήλ ήταν αυτό που αποχώρησε από το νότιο Λίβανο, για να υλοποιηθεί το ένα μέρος της σχετικής συμφωνίας. Το δεύτερο μέρος προέβλεπε την αποχώρηση της Χεζμπολά. Η Χεζμπολά είναι ακόμη εκεί.
Προσέξτε: Οι Ισραηλινοί γνωρίζουν καλά ότι στα κτίρια τα οποία βομβαρδίζουν, οι αντάρτες της Χεζμπολά χρησιμοποιούν παιδιά, ως ανθρώπινη ασπίδα. Αυτό δεν σταματά το βομβαρδισμό. Οι Ισραηλινοί γνωρίζουν ότι και οι Παλαιστίνιοι πρέπει να έχουν μια πατρίδα. Αυτό δεν τους έκανε να απλώσουν πρώτοι το χέρι. Οι Ισραηλινοί συνεχίζουν να αρέσκονται στο ρόλο του χωροφύλακα της περιοχής. Πότε να χτίζουν τείχη -του Αίσχους- πότε να ορίζουν δρόμους. Για να περάσει ένας παλαιστίνιος από το ένα μέρος της Γάζας στο άλλο, πρέπει να υποβληθεί σε δημόσιο εξευτελισμό, με σωματική έρευνα, κι ας πηγαινοέρχεται δυο φορές τη μέρα από το σπίτι του στη δουλειά, αναγκασμένος να περάσει από το ίδιο φυλάκειο.
Γι αυτό σας λέω. Η αλήθεια έχει, τελικά, δύο πρόσωπα. Όπως κι εκείνος ο αρχαίος Θεός των Ρωμαίων, ο Ιανός. Ρωτήστε και τον Τζάκο...

Σχόλια

Ο χρήστης Charlie Alexandra είπε…
tha vakso to malli mou ksantho, ta nixia mou kokkina, en anagki tha akouso despoina bandi, tha me fonazete soula, alla ego gia to livano, de diavazo molis girisa ap'ti thalassa. kai peite me rixi, anenimeroti kai ... (oh, mon dieu) akomi kai mainstream. pigaino sto zori sou...
xixixiix
mouts
Ο χρήστης diastimata είπε…
@Την πάτησες... Το ζόρι μου έχει μείνει πίσω
Σειρά είχε η Κωλοδουλειά

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ