Μισώ αυτούς που, γύρω τους ο κόσμος υποφέρει από κάποια επιδημία, κάποια ίωση κι αυτοί, λες και κυκλοφορούν μονίμως μέσα στη λευκή στολή τους με την ειδική μάσκα, ως αστροναύτες στο δικό τους άστρο, ούτε καν φταρνίζονται. Μισώ αυτούς, που ενώ οι υπόλοιποι εξαντλούν τα χαρτομάντιλα το ένα πίσω από το άλλο, αυτοί ούτε καν γνωρίζουν πώς ανοίγει το κουτί τα Κλίνεξ. Και τους μισώ επειδή ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ!
Ναι, κυρίες και κύριοι. Είμαι από εκείνους τους αρρωστιάρηδες, που το ΄χει η κούτρα τους, να κατεβάζει ψείρες. Είμαι από αυτούς που περνά από το απέναντι πεζοδρόμιο άρρωστος και κολλούν λες και ο ιός, ως νέος Κουκοδήμος, πήδησε άλμα εις μήκος, πέρασε τις τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας και καρφώθηκε στον οργανισμό τους, λες και ήταν σκάμμα.
Βέβαια, τα θέλει και μένα ο κώλος μου. Αφού το ξέρω, ότι κολλάω τις ιώσεις σαν τρόφιμος βρεφονηπιακού σταθμού, τι θέλω τα εξτρίμ σπορ; Τι ήθελα να ακολουθήσω τον αδελφό μου στο νοσοκομείο; Δεν το ΄ξερα ότι, δύο μέρες μετά, θα είχα αποκτήσει την ολόδική μου ίωση;
Είχα πάρει όλα τα μέτρα προστασίας. Καθόμουν σε απόσταση αναπνοής από τους αρρώστους, πήγα και βρήκα το μοναχικό παγκάκι, πλύθηκα με μπεταντίν, έκανα εισπνοές οινοπνεύματος και καμφοράς, αλλά λογάριασα χωρίς τον ξενοδόχο. Η, συνήθως ατσάλινη, Κατερίνα κόλλησε…
Η ίωση είχε έρθει στο σπίτι. Ήταν θέμα ημερών. Ή, μάλλον, ωρών.
Πραγματικά, σε 24 ώρες ήρθαν τα πρώτα συμπτώματα: ξερός λαιμός, βραχνή φωνή και συχνότατες επισκέψεις στην τουαλέτα. Σε 48 ώρες, τα πράγματα ήταν χειρότερα: πολύ ξερός λαιμός, πολύ βραχνή φωνή και ακόμη πιο συχνές επισκέψεις στην τουαλέτα. Το βράδυ της Τρίτης, ήμουν λες κι είχα κάνει γαργάρα με πρόκες, μιλούσα σαν τον Δον Κορλεόνε, κι είχα κάνει γραφείο μου την τουαλέτα. Το πρωί της Τετάρτης, ήμουν στη χειρότερη κατάσταση: δεν είχα όρεξη να σερφάρω στο Ίντερνετ. Για δουλειά ούτε κουβέντα.
Χώθηκα αρχικά στο σπίτι και, στη συνέχεια, στα σκεπάσματα, πήρα μια άδεια άνευ αποδοχών αρχικά και μια τετραήμερη ασθενείας στη συνέχεια και, πλέον, είχα να αντιμετωπίσω τα γεμάτα ανθρωπιά και στήριξη τηλεφωνήματα των συναδέλφων:
«Κωλόφαρδε! Ξέρεις τι δουλειά τραβάμε; Έλα να μας κολλήσεις να γλιτώσουμε κι εμείς»!
Καθώς πλησίαζε το Σαββατοκύριακο που επρόκειτο να εργαστώ, τα τηλεφωνήματα έγιναν συχνότερα:
«Πώς πας; Ανησυχούμε βρε αδερφέ. Αν δεις ότι χειροτερεύεις, πάρε μας. Να έρθουμε από εκεί. Να σου κάνουμε μια σούπα, αφού η Κατερίνα δεν μπορεί».
Το πρωί της Παρασκευής, ήμουν κάπως καλύτερα. Κατάλαβα ότι δε θα γλίτωνα τη δουλειά του Σαββατοκύριακου και γνωστοποίησα στους συναδέλφους ότι θα πήγαινα, στη βάρδια μου, κανονικά. Τα τηλεφωνήματα ενδιαφέροντος και συμπαράστασης, κόπηκαν μαχαίρι.
Το πρωί του Σαββάτου κατάπια δυο ασπιρίνες, ένα ντεπόν, ένα χάπι αντιβίωσης, μια αναβράζουσα βιταμίνη, ένα χάπι για τη διάρροια και βγήκα στο δρόμο. Ως το βράδυ, που εργαζόμουν αόκνως, όλα καλά. Μόλις γύρισα στο σπίτι, πέρασε η επίδραση του χαπιού για τη διάρροια. Μπήκα στην τουαλέτα.
Το μεσημέρι της Κυριακής, όταν και βγήκα από την τουαλέτα, οι γείτονες χειροκρότησαν ανακουφισμένοι που δε θα άκουγαν, πλέον, βογγητά, παφλασμούς, αναστεναγμούς ανακούφισης και ήχους από το καζανάκι που αδειάζει και γεμίζει. Μου ευχήθηκαν «ποτέ ξανά πρωτάθλημα στον Πειραιά (συγνώμη, παρασύρθηκα, περαστικά, ήθελα να πω)», με σταύρωσαν, με έφτυσαν (τρις) για το κακό μάτι και με ξεπροβόδισαν για να πάω στη δουλειά.
Αυτήν την ώρα, ποστάρω από το κινητό μου. Η διάρροια επανήλθε. Είμαι στην τουαλέτα της δουλειάς. Αν σε δύο μέρες δεν κρεμάσω άλλο ποστ, ειδοποιήστε την Πυροσβεστική.
O πίνακας: Picasso, σχέδιο με κάρβουνο, At the sick bed
Ναι, κυρίες και κύριοι. Είμαι από εκείνους τους αρρωστιάρηδες, που το ΄χει η κούτρα τους, να κατεβάζει ψείρες. Είμαι από αυτούς που περνά από το απέναντι πεζοδρόμιο άρρωστος και κολλούν λες και ο ιός, ως νέος Κουκοδήμος, πήδησε άλμα εις μήκος, πέρασε τις τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας και καρφώθηκε στον οργανισμό τους, λες και ήταν σκάμμα.
Βέβαια, τα θέλει και μένα ο κώλος μου. Αφού το ξέρω, ότι κολλάω τις ιώσεις σαν τρόφιμος βρεφονηπιακού σταθμού, τι θέλω τα εξτρίμ σπορ; Τι ήθελα να ακολουθήσω τον αδελφό μου στο νοσοκομείο; Δεν το ΄ξερα ότι, δύο μέρες μετά, θα είχα αποκτήσει την ολόδική μου ίωση;
Είχα πάρει όλα τα μέτρα προστασίας. Καθόμουν σε απόσταση αναπνοής από τους αρρώστους, πήγα και βρήκα το μοναχικό παγκάκι, πλύθηκα με μπεταντίν, έκανα εισπνοές οινοπνεύματος και καμφοράς, αλλά λογάριασα χωρίς τον ξενοδόχο. Η, συνήθως ατσάλινη, Κατερίνα κόλλησε…
Η ίωση είχε έρθει στο σπίτι. Ήταν θέμα ημερών. Ή, μάλλον, ωρών.
Πραγματικά, σε 24 ώρες ήρθαν τα πρώτα συμπτώματα: ξερός λαιμός, βραχνή φωνή και συχνότατες επισκέψεις στην τουαλέτα. Σε 48 ώρες, τα πράγματα ήταν χειρότερα: πολύ ξερός λαιμός, πολύ βραχνή φωνή και ακόμη πιο συχνές επισκέψεις στην τουαλέτα. Το βράδυ της Τρίτης, ήμουν λες κι είχα κάνει γαργάρα με πρόκες, μιλούσα σαν τον Δον Κορλεόνε, κι είχα κάνει γραφείο μου την τουαλέτα. Το πρωί της Τετάρτης, ήμουν στη χειρότερη κατάσταση: δεν είχα όρεξη να σερφάρω στο Ίντερνετ. Για δουλειά ούτε κουβέντα.
Χώθηκα αρχικά στο σπίτι και, στη συνέχεια, στα σκεπάσματα, πήρα μια άδεια άνευ αποδοχών αρχικά και μια τετραήμερη ασθενείας στη συνέχεια και, πλέον, είχα να αντιμετωπίσω τα γεμάτα ανθρωπιά και στήριξη τηλεφωνήματα των συναδέλφων:
«Κωλόφαρδε! Ξέρεις τι δουλειά τραβάμε; Έλα να μας κολλήσεις να γλιτώσουμε κι εμείς»!
Καθώς πλησίαζε το Σαββατοκύριακο που επρόκειτο να εργαστώ, τα τηλεφωνήματα έγιναν συχνότερα:
«Πώς πας; Ανησυχούμε βρε αδερφέ. Αν δεις ότι χειροτερεύεις, πάρε μας. Να έρθουμε από εκεί. Να σου κάνουμε μια σούπα, αφού η Κατερίνα δεν μπορεί».
Το πρωί της Παρασκευής, ήμουν κάπως καλύτερα. Κατάλαβα ότι δε θα γλίτωνα τη δουλειά του Σαββατοκύριακου και γνωστοποίησα στους συναδέλφους ότι θα πήγαινα, στη βάρδια μου, κανονικά. Τα τηλεφωνήματα ενδιαφέροντος και συμπαράστασης, κόπηκαν μαχαίρι.
Το πρωί του Σαββάτου κατάπια δυο ασπιρίνες, ένα ντεπόν, ένα χάπι αντιβίωσης, μια αναβράζουσα βιταμίνη, ένα χάπι για τη διάρροια και βγήκα στο δρόμο. Ως το βράδυ, που εργαζόμουν αόκνως, όλα καλά. Μόλις γύρισα στο σπίτι, πέρασε η επίδραση του χαπιού για τη διάρροια. Μπήκα στην τουαλέτα.
Το μεσημέρι της Κυριακής, όταν και βγήκα από την τουαλέτα, οι γείτονες χειροκρότησαν ανακουφισμένοι που δε θα άκουγαν, πλέον, βογγητά, παφλασμούς, αναστεναγμούς ανακούφισης και ήχους από το καζανάκι που αδειάζει και γεμίζει. Μου ευχήθηκαν «ποτέ ξανά πρωτάθλημα στον Πειραιά (συγνώμη, παρασύρθηκα, περαστικά, ήθελα να πω)», με σταύρωσαν, με έφτυσαν (τρις) για το κακό μάτι και με ξεπροβόδισαν για να πάω στη δουλειά.
Αυτήν την ώρα, ποστάρω από το κινητό μου. Η διάρροια επανήλθε. Είμαι στην τουαλέτα της δουλειάς. Αν σε δύο μέρες δεν κρεμάσω άλλο ποστ, ειδοποιήστε την Πυροσβεστική.
O πίνακας: Picasso, σχέδιο με κάρβουνο, At the sick bed
Σχόλια
Πιφ...
Άντε βρε, περαστικά! :)
Πάντως, ούτε κουνούπι εμφανίζεται, πλέον, στο σπίτι. Με το που πλησιάζουν, πέφτουν τα ανάσκελα! Λες;
Πιφ...
@ An-Lu
A... Ναι; Χαμπάρι δεν έχω... Είπα κι εγώ... Αν τις πάρω, σήμερα, όλες μαζεμένες, δεν είναι το ίδιο;
@ Ρενάτα
Μα, δεν είπα τα βασικότερα!
@ sophie_jamaica
Black χιούμορ... Η αλήθεια είναι ότι μ αρέσουν αυτές οι καταστάσεις. Τα δύσκολα φέρνουν περισσότερο γέλιο.
@ laxanaki
Έλα ντε... Είναι που δεν... τρώμε λαχανικά, που έχουν πολλές βιταμίνες!
τα κενά θα συμπληρώσει η νοσηρή μας φαντασία!
αντε περαστικουλια!
Νοσηρή φαντασία εσείς! Μια αθώα παιδούλα Βελγίς!;!
@ AVRA
Ευχαριστώ!
@ laxanaki
Ax! Δυστυχώς σέρνομαι ακόμη...
το otrivin
Σε ξεπέρασα αγαπητή! Μουκοθιόλ, σιροπάκι αποχρεμπτικό, που έχει και κοδεϊνη.
(Ρε τι πάθαμε... Θα μας συλλάβουν στο τέλος)!
βολεύεστε εκεί που είστε ή χρειάζεται τελικά η πυροσβεστική ;
διαστήματα, πόσα κιλά έχασες παιδί μου? μισός έμεινες!
τελικά ήρθε η πυροσβεστική? αφού το φάγαμε που το φάγαμε το περιγραφικό, μην μας αφήνεις με τέτοιου επιπέδου αγωνία! είσαι καλά?
περαστικά έυχομαι!
χχχ
Δυστυχώς, υπάρχουν και χειρότερα. Κι άσχετα με ό,τι λέμε, εδώ ισχύει το "μακρυά από τον κώλο μας κι ας είναι και μία πιθαμή". Ευχαριστώ για τα φιλιά. Αν είναι, να αρρωσταίνω συχνότερα...
@ Κ.Κ.Μ.
Ένα απίστευτο πράμα αγαπητέ: Με το που σηκωνόμουν, λες και το καταλάβαινε ο απαυτός μου και ειδοποιούσε το στομάχι μου. Νέος πόνος, νέο κάθισμα, νέο...
(Ευχαριστώ για την επίσκεψη, ανταπέδωσα...)
@ maya
Ευχαριστώ! Βουλώσανε τα λούκια σου λέω!