Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Syndi Vs Madonna

Emo εναντίον trendy. Ροκάδες εναντίον καρεκλάδων. Ρόκερς εναντίον Mod. Μια ζωή, τα ίδια. Κάποιοι από εμάς, κοντράριζαν κάποιους από εκείνους.
Τη δεκαετία του ΄70, ίσως επειδή δεν βρίσκαμε κανέναν άλλον, οι οπαδοί του ροκ μαλώναμε μεταξύ μας. Συμφωνούσαμε στο ότι όλα ξεκίνησαν από τη νέγρικη μουσική, αλλά χωριστήκαμε σε ροκαμπίλια, μεταλάδες, κλασικροκάδες και χτυπούσαμε, ο ένας τον άλλον.
Ώσπου έγινε αυτό:


Κι άρχισε η διαμάχη. Καρεκλάς, ή ροκάς; Ο καρεκλάς ήταν ο εραστής της disco. Άσπρο μυτερό παπουτσάκι, παντελόνι σωλήνα, άσπρη κάλτσα του τένις, πουκαμισάκια, ανοικτόχρωμα κοστούμια και σκουρόχρωμα πουκάμισα, με γιακά τυρόπιτα. Κάτι σαν κι αυτόν:

Οι άλλοι, ήταν οι ροκάδες. Μπλου τζην παντελόνι, άσπρο, φαρδύ πουκάμισο, σανδάλια, μακρυά μαλλιά, τζην μπουφάν, ή δερμάτινα. Μέσο μεταφοράς, τα πόδια, ή η μοτοσικλέτα. Κάτι σαν κι αυτόν:

Διαφωνούσαμε συνέχεια, για τη μουσική, το ντύσιμο, το στιλ. Ποτέ δεν πιαστήκαμε στα χέρια. Εκτός από μία φορά. Και, όσο να σας φαίνεται περίεργο, ήταν, πλέον, στη δεκαετία του '80. Τότε που άρχισε η διαμάχη για το ποια ήταν καλύτερη. Αυτή;

Ή, μήπως, αυτή;

Η μία, είχε φωνή. Είχε σκέρτσο. Ήταν μπροστά από την εποχή της και δε δίσταζε να τσαλακώσει την εικόνα της. Ήταν καλλιτέχνης.

Η άλλη, όμως, ήταν σταρ. Είχε ύφος. Ήταν μπροστά από τους υπόλοιπους και δημιουργούσε την εικόνα της μέρα με τη μέρα. Ήταν και επιχειρηματίας, εκτός από καλλιτέχνης.

Το βλέπαμε από τότε. Αλλά ήταν αδύνατο να συμβιβαστούμε με αυτό που ερχόταν.

Συναντηθήκαμε, οι δύο παρέες, κατά τη διάρκεια μιας κοπάνας, στην παραλία. Εμείς, ξαπλωμένοι στο γρασίδι, με ένα κασετόφωνο να παίζει Sultans of Swing. Διαφωνούσαμε αν τ άκουσμα ήταν πιο κοντά στον JJ Cale ή στον Eric Clapton. Εκείνοι περνούσαν για να πάνε σε παραλιακή καφετέρια. Διαφωνούσαν για το αν οι Spandau Ballet ήταν συνέχεια των μαύρων soul συγκροτημάτων, ή είχαν γεννηθεί μέσα από τα στούντιο, όπως οι Supermax, οι Santa Esmeralda και ο Πατρίκ Χερναντέζ.

"Σιγά μην έχουν σχέση οι SB με τις μαλακίες σας" είπε κάποιος από εμάς κι η κουβέντα φούντωσε. Πήγε στις γυναικείες φωνές. Εμείς υπερασπιζόμασταν την Κρίσι και την Blondie κι εκείνοι την Ντόνα και την Diana Ross. Και φθάσαμε στη Madonna και την Loper. Υπερασπίστηκαν τη Madonna. Άλλο που δε θέλαμε.

"Σιγά το παρτσακλό", ήταν η βαριά κουβέντα, που δεν τη σηκώσαμε. Πούστηδες και παλικάρια, γίναμε μαλλιά κουβάρια.

Το αποτέλεσμα; Ήρθε η αστυνομία, ειδοποιήθηκαν οι γονείς μας κι ήρθε στο... φως της δημοσιότητας η ομαδική κοπάνα. Εισπράξαμε μια πενταήμερη αποβολή, που ήταν όλη δική μας. Δώσαμε ραντεβού στα μπιλιάρδα στο Δίον, στην Τούμπα (εμείς) και στα μπιλιάρδα στο γήπεδο του ΠΑΟΚ (αυτοί). Εμείς βάλαμε στο τζουκ μποξ το Angie των Rolling Stones, για να ξεχάσουμε κι εκείνοι το One, two three four, gimme some more, κάποιων που δε θυμάμαι πώς τους λένε για να το ξεπεράσουν.

Αφού τα συζητήσαμε, μέσω σταθερών τηλεφώνων (τότε δεν υπήρχαν καν τηλέφωνα με κουμπιά, αλλά με εκείνο το πλαστικό, στρογγυλό καντράν), αποφασίσαμε να βρεθούμε στον Τάφο (άλλα μπιλιάρδα, στην Π. Π. Γερμανού, υπόγα του κερατά, όπου κατέβαινες δεκάδες σκαλιά, με ντεκόρ την αφίσα ενός... τάφου, ώσπου να φθάσεις στο πνιγμένο από τους καπνούς μπιλιαρδάδικο), μέρος ουδέτερο, για να τα πούμε -και να τα βρούμε. Τους καλέσαμε στο "Λούκι" για μπίρα και μας κάλεσαν στην Golden Gate για μαρτίνι. Λίγο πριν δώσουμε τα χέρια, κάποιος είπε:

"Ρε παιδιά, ποια είναι πιο ροκ; Η Hynde ή η Blondie"; Σε δέκα λεπτά, είχαμε γίνει σα φίδια που κάνουν έρωτα. Έχετε δει φίδια να κάνουν έρωτα; Ε, έτσι είχαμε γίνει. Αυτήν τη φορά, όμως, δεν ήρθε η αστυνομία. Το μαγαζί είχε "προστασία" και βρεθήκαμε στο level zero σε χρόνο DT.

Τότε ήταν που αποφασίσουμε να κόψουμε τους καβγάδες και να ακούμε, μια φορά τη βδομάδα εμείς Abba κι αυτοί Deep Purple. Έναν μήνα μετά, είχαμε ανακαλύψει το Fernando κι αυτοί το Smoke on the water. Κι έπειτα, οι ήχοι μπερδεύτηκαν. Μας πήρε η μπάλλα του Johnny Rotten, ώσπου σκάρτεψε κι αυτός, γέρασε η Dione Warwick και μείναμε, ροκάδες και καρεκλάδες, ορφανοί. Ευτυχώς, εμείς ανακαλύψαμε το Ρασούλη κι εκείνοι τον Βοσκόπουλο. Κι έτσι, οι καβγάδες συνεχίστηκαν. Αλεξίου ή Σακελαρίου; Λάθος μας. Ήταν σα να έπρεπε να διαλέξεις ανάμεσα σε Στέλιο (Καζαντζίδη)...

...και Άγγελο (Διονυσίου).

Τελικά, η ιστορία αποφάσισε. Εσείς;

Σχόλια

Ο χρήστης Κωστής Γκορτζής είπε…
Η ιστορία και σε αυτόν τον τομέα γράφεται από το marketing...

Απίθανο το 'ταξίδι' στη νιότη μας. Να 'σαι καλά!

Πλησιάζοντας τα δεύτερα 'ήντα', με ενοχλεί ο ...θόρυβος και κατασταλάζω στη Μελίνα Ασλανίδου που εκπέμπει φως και γνήσια ανθρωπιά με το χαμόγελό της. :-)
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ κωστής γκορτζής

Κωστή μου...
Αχ! Η Μελίνα Ασλανίδου...
Τη θυμάμαι στο Μύλο, στο πέτρινο, δίπλα στον Μητρέντζη. Και μια παρέα κορίτσια, εργαζόμενες στο φεστιβάλ Κινηματογράφου, φίλες της, από το πρώτο τραπέζι, να της ζητάνε να πει κάτι πονεμένο, για μια που είχε χωρίσει εκείνη τη μέρα.
Τότε άρχισε να τραγουδάει το "Τι σου ΄κανα και πίνεις". Η παρέα πήγαινε κάθε βράδυ κι η Μελίνα ζούσε το τραγούδι.
Ώσπου, ένα βράδυ, το τελευταίο της στο πλάι του Μητρέντζη, δύο χρόνια μετά, το τραγούδησε με δάκρυα στα μάτια...
Τι μου θύμισες...
Πραγματικά, καταπληκτική φωνή. Ελπίζω να την ξαναδώ στη Θεσσαλονίκη, σε κάποιο από αυτά τα μαγαζιά που προωθούν τη μουσική -κι όχι τον θόρυβο.
Ο χρήστης Κωστής Γκορτζής είπε…
Αυτό το κορίτσι Δημήτρη μου είναι η ζωή (όπως θα έπρεπε να είναι...) προσωποποιημένη. Πέρα από τη μελωδικότητά της και το γεγονός ότι τραγουδάει γιατί το χαίρεται, τα μάτια της εκπέμπουν φως. Σαν κι αυτό των ανθρώπων που αγαπάω πραγματικά και ομορφαίνουν τη ζωή μου.
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Βρε στο τριπάκι της νοσταλγίας τελικά έχουμε πέσει πολλοί πρόσφατα.
Καταρχάς δεν συγκρίνονται κάποια μεγέθη. Στελάρας, Χαρούλα, Κρίσι και Ντέμπι κ.ά. :)
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
ααα, μιλάμε για τις εποχές που πήγαινα στις πρώτες τάξεις του δημοτικού και το σουξέ ήταν το ματίριαλ γκερλ!!!
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ renata

Πού να συγκριθούν! Αλλά δεν είναι ωραίο να κοιτάς πίσω; Όταν έχεις κάτι να κοιτάξεις; Και, δόξα τω Θεώ, η γενιά μου έχει να δει πολλά...

@ krotkaya

Εκεί που είσαι ήμουνα κι εκεί που είμαι θα ΄ρθεις!

:-)
Ο χρήστης marl(t) είπε…
τέλειο ποστ. Εντ σόου τρου...
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ marl(t)

Θενκς! Χρωστάω -εδώ και καιρό- κι ένα για τα καλύτερα ροκ, αλλά μου λείπουν κάποια βιντεάκια. Ελπίζω να καταφέρω να τα ανεβάσω εγώ.
Ο χρήστης reader είπε…
Πολύ ενδιαφέρον το μουσικό ταξίδι στο παρελθόν!
Χάρηκα που σε βρήκα, την καλημέρα μου!
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Εγώ δεν έχω αποφασίσει ακόμα.

(Με πας όμως κάτι ταξίδια ρε μπαγάσα!

Έτοιμος είμαι να βγάλω το Marlboro από τη δεξιά τσέπη του τζην μπουφάν)
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Ερμηνεύω αυτό το ποστ ως ένα ακόμη σημάδι για να προχωρήσω στα...ιντερνετικά-ραδιοφωνικά-μουσικά μου σχέδια...;)))))

Φιλάκια*
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ Μαργαρίτα

Καλώς ήρθες, καλή σου μέρα!
Από όλα έχει ο μπαξές. Και μουσικές και ταινίες και μπόλικο μυστήριο. Θα σε περιμένω και θα ανταποδώσω την επίσκεψη αμέσως.

@ stixakias

Α, στα τσιγάρα θα τα χαλάσουμε. Κάμελ -και μάλιστα άφιλτρο- εκείνη την εποχή. Και τώρα... εχθρός του καπνίσματος!

(Και μετά σου λένε ότι δεν αλλάζει ο άνθρωπος. Μωρέ, μπροστά στο φόβο του θανάτου, μέχρι που θα κάνω και δίαιτα)!

@ εύη

Άντε ντε! Και πες μου κι εμένα τον τρόπο! Μετά το καινούργιο κοσκινάκι μου ώρα να περάσω σε κάτι διαφορετικό...

Ερμηνεύω αυτό το ποστ ως ένα ακόμη σημάδι για να προχωρήσω στα...ιντερνετικά-ραδιοφωνικά-μουσικά μου σχέδια...;)))))

Φιλάκια*

8/5/2008 1:33 πμ
Ο χρήστης diastimata είπε…
Μου αρέσει που το παίζω και... ειδήμων, τρομάρα μου! Πώς τα κατάφερα να μείνει το σχόλιο της Εύης, μέσα στο δικό μου σχόλιο, μυστήριο!

Αφού με ζαλίζει, τι το παιδεύω!

;-)
Ο χρήστης Unknown είπε…
Δημήτρη καλησπέρα...εμμμ καλημέρα. Καθώς αδυνατώ να μπω στη διαδικασία επιλογής μεταξύ των καλλιτεχνών που αναφέρεις και καθώς -ως γνωστόν σε σένα- έχω μια τάση προς το θόρυβο, αντι σχολίου θα σου αναφέρω βασικά μουσικά στυλ που προτιμώ ανά δεκαετία:
50s: jazz, rockabilly, rock n roll, surf
60s: εκτός των προαναφερθέντων, πρόσθεσε garage punk, acid/ψυχεδέλεια, πρώιμους θορυβοποιούς όπως Cream, MC5, Stooges και Litter, αλλά και soul/funk
70s-80s: πρωτομέταλ (Sabbath), hard rock, glam rock (New York Dolls), punk (όλα τα παρακλάδια), πρώιμο new/darkwave, πρώιμα ηλεκτρονικά (Cabaret Voltaire, Kraftwerk), kraut rock, ska (2tone), funk αλλά και disco
τα άπαντα του μεταλ (πλην power epicούρες) έως και black metal, επιλεγμένα ποπ γκρουπ (αγαπημένοι οι Housemartins), new/dark wave (λατρεμένοι οι Bauhaus), αμερικανική και αυστραλιανή ανεξάρτητη σκηνή, ελληνική punk & new wave σκηνή, industrial/EBM
90s: τα άπαντα της ηλεκτρονικής σκηνής (από rave μέχρι το... άπειρο), επιλεγμένα ανεξάρτητα ροκ, dessert rock σκηνή (κόλημα με τους Kyuss και τους Unida) και και...
00s: βάλε όλα τα προαναφερθέντα και όλα όσα ξέχασα στο σέικερ, χτύπα τα καλά, βάλε μπόλικο πάγο και σέρβιρέ τα μου ...

ΥΓ. Αυτό ήταν μακράν το μεγαλύτερο σχόλιο που έχω κανει σε ποστ ever...
Ο χρήστης Unknown είπε…
Ξέχασα...
Το e-radio είναι μεγάλη ιστορία. Κάτι"επαγγελματικό" απαιτεί server και bandwith, άρα επένδυση.
Τσέκαρε κάποιες προσπάθειες με ενδιαφέρον: http://eliaggel.wordpress.com/2008/04/23/eradios/

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ