Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μια ακατάστατη σειρά πτωμάτων – Συνάντηση

Δεν ήταν ο χρόνος της. Αυτό σκεφτόταν εδώ και μια ώρα που καθόταν πίσω από το πέμπτο ποτήρι κούμπα λίμπρε. Έκανε μια σύντομη αναδρομή, καθισμένη στον πάγκο του μπαρ: πριν έναν χρόνο ζούσε τον έρωτά της με έναν ευγενικό μάνατζερ, που την είχε πάρει από το χέρι και την είχε οδηγήσει έξω από το μικρό γραφείο του λογιστηρίου, όπου ήταν επικεφαλής. Είχαν συναντηθεί σε μια σύσκεψη. Στέλεχος άλλης εταιρίας εκείνος, θα έπρεπε να συνεργαστούν στενά. Κι έτσι τον γνώρισε από κοντά. Από πολύ κοντά.
Ήταν βράδυ, θυμόταν, είχαν να δουν άλλα δύο βιβλία τιμολογίων κι εκείνος, ευγενικός όπως πάντα, είχε πάει να φέρει κινέζικο, γιατί το ντελίβερι μπόι είχε πάθε ένα ατύχημα με το μοτοποδήλατο. Έβρεχε κι εκείνος δεν είχε ομπρέλα. Επέστρεψε μουσκεμένος, με μια εφημερίδα στο κεφάλι για προστασία και μια σακούλα σπρινγκ ρολς, ρύζι στον ατμό, φτερούγες κοτόπουλου, λαχανικά σι τσουάν, νουντλς, δυο γλυκόξινες, λίτσι και μπόλικο βρόχινο νερό. Του πρότεινε να βγάλει το πουκάμισό του, που ήταν μούσκεμα κι εκείνος, ντροπιασμένος, γύρισε την πλάτη. Τον πλησίασε, τον αγκάλιασε και, μέσα σε δύο λεπτά, χαίρονταν ο ένας, το κορμί του άλλου.
Θυμόταν το σύντομο ταξίδι τους στη Βουλγαρία. Για σκι. Από εκεί στράβωσε η ιστορία. Έσπασε το πόδι του, το πήρε για μήνυμα από το Θεό, της ζήτησε να χωρίσουν. Κι εκείνη πήγαινε κάθε μέρα στο νοσοκομείο, να τον φροντίζει.
Τότε της είχε πει πως η γυναίκα του γνώριζε, πως δεν είχε αντέξει και της είχε πει τα πάντα και πως δε σκόπευε να ξαναπεράσει τα ίδια.
Τότε του είχε πει πως γνώριζε κι εκείνη ότι η γυναίκα του ήξερε για το δεσμό τους. Πως είχε κάνει εκτροπή το τηλέφωνο του γραφείου της στο κινητό της, για να μην κινήσει υποψίες. Πως είχε δεχτεί ένα μυστηριώδες τηλεφώνημα, τη δεύτερη μέρα του ταξιδιού της, από κάποιον που δε μίλησε. Πως είχε υποθέσει ότι θα ήταν η Δώρα.
Αλλά εκείνος ήταν ανένδοτος. Τέρμα η αγωνία. Τέρμα η παρανομία. Θα γυρνούσε στη γυναίκα του.
Κι είχε έρθει εδώ, στο ίδιο μπαρ, να πιει τα ίδια ποτά. Ήταν τότε που μπήκε ο Διονύσης στη ζωή της. Ήταν εύκολο θύμα. Έφθαναν δυο κουβέντες.
Μόνο που σκεφτόταν το Διονύση, ανατρίχιαζε. Δεν υπήρχε αμφιβολία. Ο Διονύσης είχε σκοτώσει τον Γιώργο. Αλλά γιατί; Ήταν μια παλιά ιστορία. Όσο κι αν ζήλευε, πώς έφθασε στο σημείο να τον σκοτώσει με τόσο άγριο τρόπο; Κι ύστερα; Όλες εκείνες οι γυναίκες; Η πόρνη; Η γειτόνισσά της; Η νοσοκόμα για την οποία είχε ακούσει στα κεντρικά;
Σηκώθηκε να φύγει. Ένοιωθε πως κάποιος την παρακολουθούσε. Έψαξε, με το βλέμμα της, στο χώρο. Κανείς δε φαινόταν γνωστός. Κανείς δε φαινόταν να έδινε σημασία στο ότι έφευγε, τρεκλίζοντας.
Βγήκε έξω. Το στενάκι, κοντά στο Λευκό Πύργο, ήταν σκοτεινό. Στη γωνία, όμως, έφεγγαν τα φώτα του κεντρικού δρόμου. Μερικά βήματα μόνο τη χώριζαν από εκεί. Κι έπειτα, θα έβρισε ταξί, θα έπαιρνε λεωφορείο, με κάποιον τρόπο θα πήγαινε σπίτι της.
Σπίτι; Μήπως θα ήταν καλύτερα να πάει σε κάποιο ξενοδοχείο; Μήπως το σπίτι δεν ήταν η καλύτερη λύση; Είχε τηλεφωνήσει στον Κώστα, αλλά το κινητό του ήταν κλειστό. Έκανε άλλο ένα βήμα. Ένοιωσε να βυθίζεται. Το ρούμι έτρεχε στο αίμα της. Το πεζοδρόμιο ερχόταν κι έφευγε στο βάθος. Τα φώτα του κεντρικού δρόμου ήταν, ακόμη, μακρινά. Γινόταν διπλά, τετραπλά, οκταπλά. Είχε μεθύσει.
Προσπάθησε να κάνει άλλο ένα βήμα. Παραπάτησε. Άπλωσε το χέρι της να στηριχθεί σ ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο. Ένοιωσε κάποιον να της αρπάζει το χέρι, να τη στηρίζει. Γύρισε να τον ευχαριστήσει.
Ο Διονύσης την κρατούσε γερά και της χαμογελούσε. Ήρεμα… Προσπάθησε να φωνάξει. Της έκλεισε το στόμα. Ήταν δυνατός. Ήταν μεθυσμένη. Μια περίεργη μυρωδιά… Όλα θόλωσαν. Ύστερα σκοτείνιασαν. Τον άκουσε. Η φωνή του ερχόταν από μακριά, μετά είχε αντήχηση, μετά έσβησε:
«Να περάσω λίγο… Η κυρία, είναι μεθυσμένη…»

Συνεχίζεται…

Σχόλια

Ο χρήστης An-Lu είπε…
Έχω στραμπουλίξει την ουρά μου από την αγωνία!
Ο χρήστης november είπε…
αααχαχαχαχαχαχααα... όλο το Κινέζικο σήκωσε για να την ταΐσει! - καλά το πας όμως, επιτέλους άρχισε να γίνεται ενδιαφέρον.
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ an-lu
Είναι στενός ο χώρος που κινείστε, αγαπητή!

:-Ρ

@ november
Μια τσοπ τσούι για τον Νοέμβριο, παρακαλώ!
Ο χρήστης Кроткая είπε…
αν εξαιρέσεις το κινέζικο που δνε μου αρέσει καθόλου (γλυκόξινες, μπερκ!), το υπόλοιπο ήταν πολύ καλό!!!

εξελίσσεσθε παράλληλα με τον Καπουντζίδη, ω, συγγραφεύ! όταν είναι καλό το επιεσόδιο του Παρά 5, ειναι και το δικό σας!
Αλλά είπαμε, την Δευτέρα το παρά 5 τελειώνει!!
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ Krotkaya

Ε, κι εμείς θα τελειώσουμε την άλλη βδομάδα. Να δω τι θα καταλάβεις, που θα γράφω, πλέον, τη γνώμη μου περί παντός επιστητού και υπέροχα επεισόδια από τη ζωή μου!

Εκτός κι αν...
Μπα! Θα με δηλητηριάσει ο Νοέμβριος. Άσε που μπορεί να πάρω και κανένα δέμα ύποπτες βελγικές σοκολάτες...
Ο χρήστης Кроткая είπε…
χαχαχα!!!
ο Νοέμβριος την δουλειά του θα κάνει!
κι αν λάβεις σοκολάτες, ε, μην τις φας!!!

α, ψάχνω το μέηλ σου κιαι δεν το βρίσκω. θέλω να ενώσω όλα τα πτώματα μαζί και να τα βάλω λινκ στο μαγαζί μου. Μπορώ πχ να τα βάλω σε ένα καινούριο μπλογκ. Μου επιτρεπεις?
Ο χρήστης Кроткая είπε…
πσσσττττ!!!

δες εδώ http://serialkilling.blogspot.com/

περιμένω μέηλ για να σου δώσω τα κλειδιά να το διαχειρίζεσαι μόνος σου!

Είμαι και γαμώ τους μάνατζερ. Τα ποσοστά μου τα συζητάμε κατ΄ιδίαν!!
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ krotkaya
Έλα, μάνατζερ! email στο diastimata@yahoo.gr

Κάτι ψιλοπροβληματάκια με τη νέα σύνδεση είχα, αλλά πάνε κι αυτά

ΥΓ. Είναι τυχαίο ότι οι καλύτεροι μανατζαρέοι κατάγονται από την μεγαλόνησον;

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ