Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μια ακατάστατη σειρά πτωμάτων – Γιατί;

Έκλαιγε με λυγμούς… Όχι για κάποιον άλλον, ούτε για τον ίδιο της τον εαυτό. Ούτε επειδή είχε σοκαριστεί. Οι τελευταίες ημέρες είχαν κάνει την Ελένη αναίσθητη. Η ανθρώπινη ζωή είχε πάψει να έχει την ίδια αξία. Έκλαιγε για την αλήθεια. Δεν μπορούσε να την αντέξει.

Ήταν, πια, σίγουρη. Ο άνθρωπος που είχε κοιμηθεί μαζί της πολλές φορές, ο άνθρωπος που της είχε προσφέρει όσα κανείς άλλος, που της είχε δώσει απλόχερα συντροφιά, που την είχε κάνει να αισθανθεί γυναίκα, μετά από πολύ καιρό, ήταν αυτός που είχε σκοτώσει έναν άγνωστό της –κι άγνωστό του- επιχειρηματία, μια γειτόνισσά της, έναν αστυνομικό, μια, δυο πόρνες και ποιος ξέρει ποιον άλλον. Κι ήταν ο ίδιος που είχε προσπαθήσει να μπει στο διαμέρισμά της και να σκοτώσει και την ίδια.

Γιατί;

Συνεχίζεται…

Σχόλια

Ο χρήστης An-Lu είπε…
Καλά πας αν και καντεύουν να γίνουν χαϊκού οι συνέχειες!
Ο χρήστης november είπε…
κροκοδείλια δάκρυα... καλά το έγραφες σε προηγούμενο ποστ... ο Διονύσης ήταν φιλόζωος. Προφανώς!
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ an-lu
Έχω έτοιμα άλλα δύο επεισόδια (πιο μεγάλα). Τελειώνω πριν τα μπάνια του λαού!

@ november
Στάζεις δηλητήριο για την καημένη την Ελένη. Ε ρε και να συναντηθούμε κάποτε και να δω ότι είσαι πιο χοντρή από μένα! Χι χι χι!!!
;-)

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ