Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2007

Το Σάκχαρό μου γαμώ!

Τρίτο ποστ για αρρώστειες; Ε, όχι! Ε, ναι! Τέτοιο πράγμα δε μου έχει ξανασυμβεί. Δέκα μέρες συμπληρώθηκαν από τότε που χτύπησε η ίωση και η βελτίωσή μου είναι ελάχιστη! Απίστευτο πράγμα. Όχι ότι είμαι κανένα θηρίο, από πλευράς υγείας, αλλά ως τώρα, τέτοιου είδους παρατεταμένες ασθένειες δεν τις είχα. Ένας παθολόγος μου ΄βαλε ψύλλους στα αυτιά: "Πώς πάει το σάκχαρό σου"; "Δόξα τω Θεώ"... "Δε σε ρώτησα για να κάνουμε ευχέλαιο. Για να μου πεις σε ρώτησα". "Εμ, θα ΄ναι. Δε θα ΄ναι"; "Πού θα ΄ναι; Στα 200; Πάνω από 200, κάτω από 200"; "Εκεί γύρω"... "Δε μου λες, θα στα βγάζω με το τσιγκέλι, λες και είσαι ο Σταλόνε στο τελευταίο Ρόκι; Λέγε"! "Ε, δε μετριέμαι και κάθε τόσο"... Εκεί, λοιπόν, έμαθα ότι το σάκχαρο είναι άτιμο πράμα. Δε σημαίνει ότι είσαι γλυκό αγόρι, όταν το έχεις. Ούτε ότι, αποκλειστικά, θα πρέπει να προσέχεις την καρδιά σου. Έμαθα ότι ευθύνεται ακόμη και για τη διάρκεια μιας... ίωσης. "Γι αυτό

Κόλλησα!

Μισώ αυτούς που, γύρω τους ο κόσμος υποφέρει από κάποια επιδημία, κάποια ίωση κι αυτοί, λες και κυκλοφορούν μονίμως μέσα στη λευκή στολή τους με την ειδική μάσκα, ως αστροναύτες στο δικό τους άστρο, ούτε καν φταρνίζονται. Μισώ αυτούς, που ενώ οι υπόλοιποι εξαντλούν τα χαρτομάντιλα το ένα πίσω από το άλλο, αυτοί ούτε καν γνωρίζουν πώς ανοίγει το κουτί τα Κλίνεξ. Και τους μισώ επειδή ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ! Ναι, κυρίες και κύριοι. Είμαι από εκείνους τους αρρωστιάρηδες, που το ΄χει η κούτρα τους, να κατεβάζει ψείρες. Είμαι από αυτούς που περνά από το απέναντι πεζοδρόμιο άρρωστος και κολλούν λες και ο ιός, ως νέος Κουκοδήμος, πήδησε άλμα εις μήκος, πέρασε τις τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας και καρφώθηκε στον οργανισμό τους, λες και ήταν σκάμμα. Βέβαια, τα θέλει και μένα ο κώλος μου. Αφού το ξέρω, ότι κολλάω τις ιώσεις σαν τρόφιμος βρεφονηπιακού σταθμού, τι θέλω τα εξτρίμ σπορ; Τι ήθελα να ακολουθήσω τον αδελφό μου στο νοσοκομείο; Δεν το ΄ξερα ότι, δύο μέρες μετά, θα είχα αποκτήσει την ο

Τι Σάββατο!...

Θεέ μου, τι Σάββατο! Όλα άρχισαν από το πρωί. Την ώρα που μιλούσα με την πρώην μου, στο τηλέφωνο, για να συναντηθούμε και να δω το παιδί, ήρθε το πρώτο περιστατικό. Και να πεις ότι έφταιγε ο διάλογος; Τελευταία είναι ιδιαίτερα ευγενική, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να πω και πολλά και να της κάνω –και αυτηνής και της κόρης μου- όλα τα χατίρια: «Να πάμε το παιδί σινεμά…» «Αύριο το πρωί;» «Γιατί όχι σήμερα το απόγευμα;» «Δεν έχει παιδικές ταινίες το απόγευμα». «Της αρέσει πολύ»… Και πώς να μην της αρέσει, δηλαδή, με πατέρα ψυχασθενή σχετικά με το σινεμά. Που έχει δει κι εγώ δεν ξέρω πόσες ταινίες, από το 1978 και μετά (τότε κατάλαβε τι κουβαλούσε στο… βρακί του). Αλλά ούτε κι η συζήτηση με την κόρη μου εμπεριείχε κινδύνους ή προετοίμαζε την κατάσταση για ό,τι θα ακολουθούσε: «Τι κάνεις εκεί τώρα, μπαμπά»; «Χαϊδεύω τον γάτο, όσο σε ακούω»… «Έχεις γάτο»! Αυτό το τελευταίο ακούστηκε από τη Μαρτίου στην Καλαμαριά, χωρίς τη βοήθεια τηλεφώνου. Τσιροκοπούσε επί ώρες, ζητώντας απίθανα πράγμ

Ενημέρωση 1

Άλλο ένα επεισόδιο στο "Ζόρι μου". Κουβέντες βαριές, μεγαλόστομες δηλώσεις, πλήρης ακινησία. Καταντάει μονότονο, πια. Παλιότερα, με αφορμή ένα σχόλιο, είχα κλείσει το "Ζόρι". Σήμερα μου πέρασε, ξανά, από το μυαλό, γιατί επαναλαμβάνω, μονότονα, το ίδιο μοτίβο. Έχω γίνει κουραστικός. Και για τους άλλους και για τον εαυτό μου. Από την άλλη, το "Ζόρι" ξεκίνησε -και παραμένει- ένα απλό ημερολόγιο. Δεν το άνοιξα τόσο για κουβέντα και σχολιασμό, όσο για να λειτουργεί όπως το ανάκλιντρο του ψυχολόγου: Βγάζω τα εσώψυχά μου και, αν και εφόσον κάποιος αφήσει σχόλιο, απαντώ. Τελευταία, μάλιστα, βρίσκω χρόνο να βάλω και Bold, πλάγια γράμματα κι άλλα τέτοια, στις απαντήσεις μου. Πολλές φιοριτούρες. Δε βαριέσαι... Όποτε μου ΄ρχεται, όπως σήμερα, θα κρεμάω κι από κάτι. Όποτε δεν έχω όρεξη, απλά δε θα γράφω. Ξέρω ότι δεν παρεξηγείτε εσείς... Τέλος πάντων, όποιος θέλει να μάθει τι έγινε, κλικ εδώ .

Υγρή ζέστη

Είχε ζέστη σήμερα. Από το πρωί. Τριγυρνούσε μέσα στο σπίτι, με το εσώρουχο, ίδρωνε και ξαναίδρωνε, έπινε το ένα νερό πίσω από το άλλο. Κάθε τόσο, κοίταζε το ημερολόγιο: 30 Σεπτεμβρίου. Άλλες χρονιές, τέτοια εποχή, είχε τη δροσούλα του. Αλλά σήμερα, ο καιρός του θύμιζε καλοκαίρι. Δε στεναχωριόταν ιδιαίτερα. Αφού η καλοκαιρία συνεχιζόταν, θα καθυστερούσαν τα κοινόχρηστα. Θα έβγαζε άλλον έναν μήνα με ελάχιστα. Θυμήθηκε που, πριν τέσσερα χρόνια, είχε πάει 17 Νοεμβρίου και δεν είχαν ανάψει, ακόμη, καλοριφέρ... Τι καλά! Ξαφνικά το αποφάσισε: θα πήγαινε στη θάλασσα! Ναι, θα πήγαινε για μπάνιο! Γιατί όχι, δηλαδή; Έξω έβραζε ο τόπος. Κι αν ήταν κρύο το νερό, θα καθόταν λίγο στην αμμουδιά, θα διάβαζε κανένα βιβλίο, θα έπινε κι έναν καφέ -έναν φραπέ, με ζάχαρη και γάλα, όπως τότε που ο γιατρός του το επέτρεπε, ακόμη- και θα γυρνούσε σπίτι. Για πότε βρέθηκε στο αυτοκίνητο, ούτε που το κατάλαβε. Δε θα πήγαινε κάπου μακριά. Πού ώρα για Χαλκιδικές και Πιερίες... Ως τον Ποταμό θα πήγαινε, στην Επαν