Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο






Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο.

Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα».

Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας.

Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβαν τα χρήματά του, γι αυτό έχτισε μια φυλακή, με κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, για να είναι ήσυχος ότι παραμένουν έγκλειστοι και τους παρακολουθούσε αυτοπροσώπως. Οι μπαγαπόντηδες Λύκοι, όμως, «τύφλωσαν» τα συστήματα παρακολούθησης και, με τη μέθοδο του ριφιφί, ρήμαξαν το χρηματοκιβώτιο. Καθώς η ιδέα της «Χρυσής Φυλακής» (αυτός ήταν ο τίτλος του επεισοδίου) ήταν ιδέα του Ντόναλντ, το επεισόδιο έληγε με καρεδάκι τον Ντόναλντ μπροστά, τον εξοργισμένο Σκρουτζ στο κατόπι του, με απειλητική κίνηση της μαγκούρας και τα τρία ανιψάκια, Χιούι, Λιούι και Ντιούι, να ακολουθούν με το κουτί των πρώτων βοηθειών…

Δε με γοήτευσαν τα ανιψάκια, που είχαν πάντα λύσεις για όλα, χάρη στο φοβερό και τρομερό βιβλίο των Μικρών Εξερευνητών. Δε με θάμπωσαν τα πλούτη του Σκρουτζ, ούτε η μαγεία της τυχερής του δεκάρας. Δε με τράβηξαν οι απατεώνες κλέφτες Λύκοι. Με μαγνήτισε ο δύστροπος χαρακτήρα του –εκ πεποιθήσεως- τεμπέλη, πολυμήχανου, σούπερ άτυχου, νευρόσπαστου. Του πιο λούμπεν χάρτινου ήρωα.

Ποτέ δεν κέρδισε. Όποιο λαχείο έχασε στο δρόμο, το βρήκε ο μισητός ξάδελφός του Γκαστόνε Γκάντνερ και κέρδισε εκατομμύρια δολάρια. Ποτέ δεν κατάφερε να δουλέψει επί έναν μήνα, για να αμειφθεί με πλήρη μισθό. Ακόμη και όταν εργαζόταν στις επιχειρήσεις του θείου του, ήταν για να ξεχρεώσει τα υπέρογκα ποσά που είχε δανειστεί, ή για να ξοφλήσει μέρος των χρημάτων που είχε χάσει ο Σκρουτζ, με το να ακούσει τις απίθανες ιδέες του. Ποτέ δεν ταξίδεψε για διακοπές. Του κλήρωναν ταξίδια στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, μόνον για να μεγαλώσει την περιουσία του θείου. Κι αυτά τα ταξίδια γίνονταν με το φθηνότερο μέσον.

Είχε, όμως, μία γοητεία. Ξεσπούσε τα νεύρα του όποτε ήθελε, ακόμη και πάνω σε συμπαθή σκιουράκια. Δεν έχανε ευκαιρία να εφεύρει απίθανους τρόπους για να κοιμηθεί λίγο παραπάνω στον καναπέ του σαλονιού. Αγαπούσε με πάθος επί χρόνια την ίδια γυναίκα –τη Νταίζη- χωρίς να την παντρεύεται (και χωρίς η ίδια να το απαιτεί). Κυκλοφορούσε με ανοικτό αμάξι. Δεν είχε παιδιά, αλλά τρία ανίψια πανέξυπνα, που του είχαν ιδιαίτερη αδυναμία, επιβεβαιώνοντας την παροιμία που θέλει, σε όποιον δεν έδωσε ο Θεός παιδιά, να δίνει ο διάολος ανίψια.

Μα πάνω από όλα, ήταν ο μόνος που συγκρούονταν, στα ίσια, με την πλουτοκρατία, την οποία ενσάρκωνε ο θείος του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Ο πάμπλουτος θείος τον εκμεταλλευόταν. Κι αυτός, με τη σειρά του, τον έβαζε σε περιπέτειες. Ήταν η εκδίκησή του.

Παρακολούθησα δακρυσμένος την περιπέτειά του, με το υπερτυχερό λαχείο, που κέρδιζε εκατομμύρια και του το πήρε ο αέρας, για να καταλήξει (πού αλλού) στα πόδια του Γκαστόνε. Και πήρα την εκδίκησή μου όταν, χάρη στα γκάτζετς του Κύρου Γρανάζη, μεταμορφώθηκε σε Φάντομ Ντακ, για να πολεμήσει τον κάθε κακό και να βάλει στη θέση του τους εκπροσώπους του χρήματος, Σκρουτζ και Ρόμπαξ.

Σχόλια

Ο χρήστης marl(t) είπε…
:)))
Ο χρήστης aggelos-x-aggelos είπε…
Σήμερα τι διαβάζουν τα πιτσιρίκια άραγε; Τι ωραία που ήταν τότε...
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ evelina

Ιστορίες με βάθος. Ειδικά αυτές του Καρλ Μπαρξ, ο οποίος ξετίναζε το Νάσιοναλ Τζεογκράφικ, για να πάρει ιδέες και να σχεδιάσει απίστευτες πόλεις σε κάθε άκρη της γης.

@ aggelos-x-aggelos

Τα αγόρια πόκεμον και τα κορίτσια Μπραντζ και Μπάρμπι. Από νωρίς στη σύγκρουση και στην κατανάλωση.
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Αγαπημένος ήρωας ever ο Σκρούτζ Μακ Ντακ. Δύστροπος, στριμμένος, αγαπά τα λεφτά του σε σημείο αυταπάρνησης, αυτά όμως κάθε άλλο παρά βελτιώνουν τη ζωή του.
Έβλεπα πάντα πίσω από την επιφάνειά του, την καλυμμένη προσπάθεια προστασίας του ανηψιού του και μια ευαισθησία βαθιά... πολύ βαθιά.

Έχω πρόβλημα γιατρέ... μούπμλε, μούμπλε...

Αναπολεί την παιδική του ηλικία ο

Νοέμβριος
Ο χρήστης iris είπε…
αχ, με συγκίνησες πάλι.

Μεγάλωσα διαβάζοντας τον Ντόναλτ, αγαπώντας τον. Οργιζόμουνα με κάθε αδικία εις βάρος του, λυπόμουν με τις ατυχίες του και χαιρόμουν με την αγάπη που λάμβανε ή τιςεπιδεξιότητες του.

Στο πατρικό μου έχω μία κούτα γεμάτα το περιοδικό "Μίκυ Μάους" - περιττό να σας πω ότι έχω διαβάσει το κάθε κόμικ καμιά δεκαριά φορές. Τώρα αρχίζω να διαβαζω τη σειρά "Κόμιξ" που έχει ο φίλος μου. (Ντοναλντόφιλος κι αυτός !!)
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ november

Αγαπητέ Νοέμβριε,
οι αδυναμίες του Σκρουτζ στα ανίψια του είναι πραγματικότητα. Σε μία ιστορία του Καρλ Μπαρξ, αλλά και σε αρκετές του (υποτιθέμενου) διαδόχου του, Ρομάνο Σκάρπα, ο Σκρουτζ απαρνιέται τα πλούτη του, για να σώσει τα ανίψια του.

@iris

Καλή ανάγνωση. Η σειρά «Κόμιξ» είναι, ίσως, η καλύτερη συλλεκτικών ιστοριών που εκδίδεται στην Ευρώπη. Όλες οι ιστορίες είναι διαλεγμένες μία-μία, από σχεδιαστές και σεναριογράφους που έψαχναν πίσω από παιδικές ιστορίες -με πρώτο, φυσικά, τον Μπαρκς.
Ντοναλντόφιλοι, όπως φαίνεται, είμαστε πολλοί. Να ιδρύσουμε ένα κλαμπ!
Ο χρήστης AVRA είπε…
απιστευτο ομως πως οι παιδικες σειρες δινουν τοσα μηνυματα ταυτοχρονα, ετσι?

εχουν μια μαγεια....!
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ avra

Ήταν οι καλλιτέχνες μεγάλοι. Μελετούσαν μήνες πριν γράψουν το σενάριο, πριν σχεδιάσουν ένα καρέ.
Αναρωτιέμαι: μετά από 10 χρόνια, τα Πόκεμον και τα Ντίτζιμον θα επηρεάζουν το ίδιο τα παιδιά, όσο οι ιστορίες του Ντίσνεϊ;
Ο χρήστης AVRA είπε…
Σκεφτομαι παλιομοδιτικα ωρες ωρες και κολλαω λιγο στο παρελθον.Πιστευω λοιπον οτι τα καινουρια ''παιδικα''δεν συγκρινονται και δεν θα εχουν το ιδιο αντικτυπο με τα παλιοτερα.Δεν νομιζω να εχουν την ιδια επηροη στα παιδια.

φιλια
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
αυτά τα κόμιξ είναι μοναδικά,μεγάλοι συγραφέες αυτόν τω κόμιξ όπωσ ο Καρλ Μπανκ, ο Ντον Ροσα και πολλοί άλλοι έγιναν διάσιμοι μόνο και μόνο για τα κόμιξ τουσ που τώρα μπορείσ να βρεισ και κόμιξ τουσ στη τιμή των 1000 λιρών+ γι΄αυτό μην υποτιμάτε κανένα

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν