Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Α snap shot in the family album


Έμεινα με τη φωτογραφία στα χέρια. Σχολικόν ενθύμιον. Τρίτη τάξη του λυκείου. 40 παιδιά, με τον καθηγητή της ιστορίας, πρώτη σειρά στα καρεκλάκια, δεύτερη όρθια, τρίτη πάνω στα θρανία. Στη μέση, ο Ιστορικός.
Έχουν περάσει 25 χρόνια από τότε. Κι όλα αυτά τα πρόσωπα, να μένουν τόσο ζωντανά. Σα να ΄ταν χθες τότε που ο ψηλός, μαζί με τη Μαρία, μπήκαν στην αίθουσα κι έβγαλαν τη φωτογραφία, για να θυμόμαστε εμείς και να μαζέψουν χρήματα για την εκδρομή εκείνοι. Εμείς είχαμε αποφασίσει, για τον ίδιο σκοπό, να οργανώσουμε χορό σε ντισκοτέκ.
Το θυμάμαι ακόμη το βράδυ εκείνο. Ντυμένοι "με τα καλά μας". Μαζευτήκαμε στην είσοδο της UFO, σ ένα στενάκι κοντά στη ΧΑΝΘ. Μοιράσαμε τα πόστα (άλλοι στην είσοδο, άλλοι στο μπαρ, άλλοι να κάνουν τους ταξιθέτες κι άλλοι στα τηλέφωνα, να πέρνουμε γνωστούς και φίλους, να τσεκάρουμε αν θα έρθουν.
Ήρθαν όλοι. Γέμισε το μαγαζί. Ήπιαμε (μπίρα και μαρτίνι, οι πιο τολμηροί, κόκα κόλα οι υπόλοιποι, αφού παρόντες ήταν και οι καθηγητές). Και χορέψαμε.
Το πρόγραμμα άρχισε με ντίσκο. Ήταν ο ρυθμός της εποχής. Σικ, Γκλόρια Εστέφαν, Πατρίκ Χερναντέζ. Μπορν του μπι ελάιβ, Λάβ ιζ ιν δι έιρ, Φρικ άουτ(λε φρικ, σε σικ), Γιες σερ άι κεν μπούγκι, Γουότερλου...
Κι ύστερα, ήρθε η στροφή. Ροκ. Για τους μυημένους. Χιτ μι γουιθ γιορ ριθμ στικ, από τον Ίαν Ντιούρι. Ροκ εν ρολ χάισκουλ, από τους Ραμόνς. Γκον σέιβ δε κουίν, από τους Σεξ Πίστολς. Ενάδερ ουάν μπάιτς δε νταστ, από τους Κουίν.
Τέλος, τα σλόου. Που τα βαφτίζαμε, όλα, ανεξαιρέτως, μπλουζ. Κορυφαίο όλων το... Τσίλντρεν, από τους Πινκ Φλόιντ. Έτσι το είχαμε βαφτίσει. Και το χορεύαμε αγκαλιαστά. Όπως και το Σκουλ, των Σούπερτραμπ. Και το Νταστ ιν δε γουίντ, από τους Κάνσας. Ακόμη και το Τίτιζ εντ Μπίρ, του Φρανκ Ζάπα είμασταν έτοιμοι να χορέψουμε. Ήταν τόσες λίγες, εξάλλου, οι έξοδοί μας. Τι; Σας φαίνεται περίεργο; Εδώ χορεύαμε το Λάβ ιζ λάικ όξιτζεν, των Σουίτ. Και το Άι Ντοντ Λάικ Μάντεις, του Μπομπ και των Μπούμ Τάουν Ρατς.
Θυμήθηκα τα Σάββατα. Ραντεβού στο κέντρο, στο Αριστοτέλειο. Για σινεμά. Ταινίες του '80. Τσαμπ, Γρανίτα από Λεμόνι (από τότε έλεγα ότι ήταν μια αηδία και μισή), Ζιγκολό. Για κουλτούρα, υπήρχε το Ριβολί και ο Αίαντας, στις 40 εκκλησιές. Σουίτ Μούβι, Αγγελόπουλος, Το Ταμπούρλο, Το Άλογο που Έκλαιγε. Αλλά και Ρόμη, Ανοχύρωτη Πόλη, Κλέφτης Ποδηλάτων, Το Εργαστήρι του Δόκτωρα Καλιγκάρι (αυτά στην ταινιοθήκη, κάθε Παρασκευή, στο Λισέ). Και μετά το σινεμά, φαγητό στα Γκούντις (μόλις δύο ήταν τότε σε όλη την πόλη) στην Αγίου Δημητρίου. Τέλος, ποδαρόδρομο, ως το σπίτι.
Όλα αυτά, τα θυμήθηκα από μία φωτογραφία. Κι είπα, απόψε, να τα μοιραστώ. Είπα να τη σκανάρω, να την ποστάρω, αλλά μετά το μετάνοιωσα. Σκέφτηκα μήπως κάποιος από όλους δεν ήθελε να βγει, φόρα παρτίδα, στο Διαδίκτυο. Κοίταξα, έναν έναν, τους παλιούς συμμαθητές. Ποιός θα είχε αντίρρηση, άραγε; Είπα να τους τηλεφωνήσω, έναν έναν, να τους ρωτήσω.
Κι εκεί ήταν που σκάλωσα στον Ηρακλή. Φιλαράκια, δεν έχει τηλέφωνα στον Παράδεισο. Γιατί ο Ηρακλής μετακόμισε για εκεί νωρίς. Λευκό θάνατο τον αποκαλούσαν, τότε, οι αστυνομικοί ρεπόρτερς. Βλέπετε, τα έιτις δεν ήταν, τελικά, τόσο αθώα. Ήταν η πύλη. Από εκεί περάσαμε και φθάσαμε στο σήμερα. Όλοι, εκτός από τον Ηρακλή.

Σχόλια

Ο χρήστης Кроткая είπε…
Αγαπητέ μου Διαστήματα,
συγκινήθηκα πολύ. Γιατί θυμήθηκα αντίστοιχα πράγματα απο τις αρχές των 90s. Και θυμήθηκα τη Νάγια, που έμεινε για πάντα 24 χρονών και τωρα μπορεί και να παίζει τάβλι μαζί με τον Ηρακλή.

Καληνύχτα.
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ krotkaya
@ evelina_z13

...
Ο χρήστης Alexandra είπε…
δεν αισθανόσουν ότι τότε μπορούσες να κάνεις τα πάντα;!

ότι τίποτε δεν θα σε σταματούσε;

μου θύμισες και τα δικά μου χρόνια...
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ Alexandra

Αν το αισθανόμουν, λέει!... Ήμουν εγώ κι άλλος κανένας. Ποιός να με σταματήσει;
ΈΚλεισα τα flaps, η πτήση άρχισε κι έπειτα άρχισαν τα κενά αέρος. Δόξα τω Θεώ, γλιτώσαμε -ως τα τώρα- τις πτώσεις.
Ο χρήστης AVRA είπε…
Δεν νιωθεις οτι αυτα τα χρονια περασαν παρα πολυ γρηγορα?
Ενα φου ειναι η δεκαετια των 20, η καλυτερη δεκαετια...

τις καλημερες μου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ