Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Κάλλιο αργά παρά ποτέ


Παρακολουθώ τη διαδικτυακή κινητοποίηση για την υπόθεση του blogme. Συγκινητική η εκδήλωση συμπαράστασης στον «ιδιοκτήτη».

Με δυο λόγια η υπόθεση: Στην ιστοσελίδα Blogme, η οποία λειτουργεί ως καταγραφέας των διαφόρων blogs, αντιγράφηκε (όπως γίνεται σε παρόμοιες ιστοσελίδες) κείμενο κατά συγκεκριμένου προσώπου. Ο «θιγόμενος» κατέθεσε μήνυση κατά του blogme, του σάιτ που αναπαρήγαγε το κείμενο κι εφαρμόστηκε η αυτόφωρη διαδικασία. Ο πραγματικός συντάκτης παραμένει ανώνυμος (ή, αν θέλετε, ψευδώνυμος) και, καθώς έχει παρέλθει το αυτόφωρο, αντιμετωπίζει –αν εντοπιστεί- τακτική δικαστική έρευνα.

Με πιάνει, όμως, το παράπονο. Γιατί: Το θέμα δεν είναι καινούργιο. Υπάρχει από την εφαρμογή του νόμου Βενιζέλου, για τον Τύπο. Όποιος αναπαράγει ψευδείς ειδήσεις, διώκεται όπως αυτός που τις παράγει και, μάλιστα, αντιμετωπίζει, πέρα από τις ποινικές ευθύνες ΚΑΙ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ. Δηλαδή και φυλακή μπορεί να μπει και αποζημίωση να δώσει στον «θιγόμενο» κι ας έχει, απλά, αναμεταδώσει κάτι που άλλος έγραψε.

Δεκάδες δημοσιογράφοι σύρθηκαν στα δικαστήρια, για ειδήσεις που έγραψαν, στηριζόμενοι στις καταγγελίες άλλων. Οι περισσότεροι από αυτούς σύρθηκαν και στα πολιτικά δικαστήρια, με τους «θιγόμενους» να ζητούν τα μαλλιά της κεφαλής τους. Οι επαγγελματικές ενώσεις των δημοσιογράφων κατήγγειλαν το γεγονός, συναντήθηκαν με τους εκάστοτε κυβερνητικούς εκπροσώπους, αλλά ως τώρα δεν έχει γίνει το παραμικρό.

Όσο για το κοινό; Όταν οι δημοσιογράφοι αντιμετώπιζαν τη δικαιοσύνη, αυτοί που τώρα ξεσηκώνονται –ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ ΚΑΝΟΥΝ- φώναζαν «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι». Δύο μέτρα και δύο σταθμά, δηλαδή.

Εύχομαι να δικαιωθεί το blogme, για να γίνε μια αρχή. Και για να καταλάβουμε ότι, όταν φωνάζουμε συνθήματα, το κάνουμε με σκέψη κι όχι για το χαβαλέ, ή για να γίνει σαματάς, που θα καταλαγιάσει λίγο αργότερα.

Σχόλια

Ο χρήστης marl(t) είπε…
πολύ μου άρεσε :)

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ