Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μια ακατάστατη σειρά πτωμάτων - Ανάκριση

Χώρισαν τις δουλειές. Ο Κώστας ανέλαβε να μιλήσει στην Τιτάκου. «Τι βολικό», σκέφτηκε. Ο Μίλτος θα ανέθετε μέρος της έρευνας σε δύο υπαστυνόμους και θα συναντιόντουσαν στα κεντρικά της Ασφάλειας. Εκεί που η Ελένη «δέχονταν ψυχολογική στήριξη».

«Μαλακίες»…

Ο Κώστας ήξερε ότι οι ψυχολόγοι της αστυνομίας έχουν άλλους σκοπούς σε τέτοιες περιπτώσεις. Θα προσπαθούσαν να της πάρουν, με ωραίο, ομολογουμένως, τρόπο, ό,τι γνώριζε και δε γνώριζε για την ιστορία. Γι αυτό ήταν ιδιαίτερα βιαστικός. Χαιρέτισε με ένα νεύμα του κεφαλιού το φρουρό της πύλης και πήρε το ασανσέρ για τον τρίτο. Εκεί που βρισκόταν οι ειδικοί θάλαμοι ανακρίσεων, εκεί όπου ένας ψυχολόγος συζητούσε με την Ελένη.

Το τι γινόταν μέσα στο θάλαμο, μπορούσες να το δεις από το διπλανό δωμάτιο. Ένας καθρέπτης χώριζε τους δυο θαλάμους. Καθρέπτης από τη μεριά του ανακρινόμενου και φιμέ τζάμι από την άλλη. Η συζήτηση με τον ψυχολόγο βιντεοσκοπούνταν.

Η Ελένη είχε συνέλθει. Συζητούσε με άνεση με τον ψυχολόγο, απαντούσε σε ό,τι κι αν τη ρωτούσε. Την ιστορία, όμως, την είχε ξανακούσει. Εξιστορούσε πώς βρήκε το πτώμα του Αλεξάνδρου.

«Περσινά ξινά σταφύλια».

Ο Μίλτος βρισκόταν, ήδη, πίσω του. Είχε προλάβει να αναθέσει τις δουλειές που έπρεπε κι ήταν εκεί, για να μην του αφήσει χρόνο να μιλήσει μόνος με την Ελένη. Κατάλαβε ότι, εκείνη τη στιγμή τουλάχιστον, έπρεπε να ξαναγίνει αστυνομικός και να πάψει να είναι αγαπητικός.

«Μπαίνουμε»;

Η πρότασή του βρήκε θετικό τον προϊστάμενό του:

«Βουρ στον πατσά»!

Άνοιξαν την πόρτα. Η Ελένη γύρισε στο μέρος του. Του φάνηκε πως, με το βλέμμα της, έψαχνε μια σανίδα σωτηρίας. Έπρεπε, όμως, να μην δείξει το παραμικρό. Χαμήλωσε το βλέμμα, έβγαλε το σακάκι κι άφησε να φαίνεται το υπηρεσιακό του περίστροφο, που ήταν στερεωμένο με μια ζώνη αμερικάνικου τύπου, κάτω από την αριστερή του μασχάλη. Το ίδιο έκανε κι ο Μίλτος.

«Λοιπόν; Θα με πυροβολήσετε»;

Ανέλαβε ο Μίλτος.

«Κυρία Τιτάκου, θα αποφύγουμε τις ακραίες λύσεις».

Χαμογέλασε. Εκείνη, όμως, όχι. Είχε συννεφιάσει το βλέμμα της. Είχε καταλάβει πως, σε αυτήν τη φάση, τουλάχιστον, δε θα είχε συμμάχους. Ο Μίλτος συνέχισε.

«Κάτι δεν κάθεται καλά στην ιστορία, κυρία Τιτάκου. Αν, απλά, είχατε βρει το πτώμα, όπως μας είχατε πει, ο δολοφόνος δε θα είχε κανέναν λόγο να επιστρέψει, να μπει στο στόμα του λύκου, σε ένα κτίριο με δύο αστυνομικούς, για να σας βρει. Γιατί, προφανώς, κυρία Τιτάκου, ο δολοφόνος ήρθε ως εκεί, για να βρει εσάς»!

«Δεν καταλαβαίνω… Εμένα για ποιον λόγο; Ούτε τον ήξερα τον Αλεξάνδρου. Ούτε μου περνάει από το μυαλό για ποιον λόγο τον σκότωσαν. Γιατί να με ψάχνει, λοιπόν;»

Μπήκε στην κουβέντα ο Κώστας.

«Επειδή πιστεύει ότι τον είδατε». Έσκυψε προς το μέρος της, με τέτοιον τρόπο που μπορούσε μόνον εκείνη να δει τα μάτια του. Την παρακαλούσε, με το βλέμμα του, να τον ακούσει προσεκτικά. Και συνέχισε: «Σκεφτείτε: Μήπως είδατε κάτι που ξεχάσατε να μας το πείτε; Κάτι που δεν σας τράβηξε την προσοχή από την πρώτη στιγμή; Κάποιο αυτοκίνητο, κάποια σκιά, κάποιον θόρυβο»;

«Όχι! Είμαι σίγουρη. Είμαι…»

Είχε σταματήσει να μιλά. Έσκυψε το κεφάλι της. Το ξανασήκωσε σχεδόν αμέσως και συνέχισε:

«Όχι! Το παραμικρό σας λέω…»

Εκείνη τη στιγμή, ο ψυχολόγος της αστυνομίας έκανε ένα βήμα προς την πόρτα.

«Κύριοι, εγώ να πηγαίνω. Αν θέλετε, συνοδέψτε με ως την έξοδο».

Ουσιαστικά αυτό ήταν ένα σύνθημα. Συνήθως ο ψυχολόγος χρησιμοποιούσε αυτά τα λόγια, για να πει κάτι στον έναν από τους δύο αστυνομικούς που έκαναν την ανάκριση. Τώρα, όμως, είχε χρησιμοποιήσει πληθυντικό. Κώστας και Μίλτος πήραν το μήνυμα.

«Ναι, ναι… Συγνώμη για την καθυστέρηση. Κυρία Τιτάκου, επιστρέφουμε». Γύρισαν προς την πόρτα. Βγήκαν από το δωμάτιο και οι τρεις. Χώθηκαν στο διπλανό θάλαμο. Από εκεί μπορούσαν να βλέπουν την Ελένη, να την ακούν και να μιλούν χωρίς να τους ακούει. Στράφηκαν και οι τρεις προς το τζάμι-καθρέπτη.

«Η κυρία κάτι κρύβει», άρχισε ο ψυχολόγος. «Είναι πολύ άνετη όταν μιλάει για το πώς βρήκε το πτώμα, επίσης άνετη όταν μιλάει για τα επαγγελματικά της, αλλά για την προσωπική της ζωή δε θέλει να μιλήσει. Με δυο απλά τεστ, κατάλαβα ότι το αποφεύγει. Κάτι τη βασανίζει».

«Μάλιστα… Υπάρχει περίπτωση να μας λέει ψέματα; Να γνώριζε από πριν τον Αλεξάνδρου»;

«Δεν είμαι μάντης κύριε διοικητά! Ψυχολόγος είμαι. Πάντως τα τεστ δεν δείχνουν κάτι τέτοιο. Δεν της έκανα, όμως και τεστ της αλήθειας…»

«Όχι, δεν υπάρχει λόγος. Σ ευχαριστώ, Δημήτρη. Αν σε χρειαστούμε ξανά, θα σε ειδοποιήσω».

Ο Δημήτρης Σταύρου ήταν από τους καλύτερους ψυχολόγους της αστυνομίας. Ο Μίλτος είχε πάρει πολύ στα σοβαρά την υπόθεση. Η σκέψη αυτή περνούσε από το μυαλό του Κώστα, όταν αποφάσισε να ρωτήσει κάτι τον ψυχολόγο που, μόλις, είχε ανοίξει την πόρτα του διαδρόμου:

«Πότε σιγουρεύτηκες ότι κάτι κρύβει; Από τα αποτελέσματα του τεστ;»

«Όχι, τα ψυχολογικά τεστ δεν είναι τεστ του Κοσμοπόλιταν. Ανοίγουν δρόμους. Τα τεστ μου έδειξαν κάτι. Αλλά σιγουρεύτηκα όταν τη ρώτησες εσύ. Εκείνη η στιγμή που χαμήλωσε το βλέμμα, σε συνδυασμό με τις απαντήσεις που μου είχε δώσει κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας, με έκανε να σιγουρευτώ για το ότι κάτι μας κρύβει. Πάντως θα ήθελα να την ξαναδώ, έ»;

«Ναι, ναι. Θα τα πούμε Δημήτρη».

Ο Μίλτος ήταν βιαστικός. Με το που έφυγε ο ψυχολόγος, στράφηκε στον Κώστα:

«Είσαι και μαλάκας…»

«Δε σε πιάνω, κύριε διοικητά»…

«Τι τα ψειρίζεις, ρε; Εσένα κρύβει η Τιτάκου. Γι αυτό χαμήλωσε το βλέμμα. Κι εσύ πας και ρωτάς; Γιατί; Για να σε καταλάβει ο Σταύρου και να πας καρφωτός;»

"Δεν κρύβει εμένα Μίλτο... Κάτι κρύβει κι από ΄μένα η κυρία..."


Συνεχίζεται

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
επιτέλους.

άντε να δούμε, ξαναλέω!
Ο χρήστης iris είπε…
και μετά, και μετά; Τι κρύβει επιτέλους αυτή η μοιραία γυναίκα; Περιμενω εναγωνίως τη συνέχεια.
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Οι μοιραίες γυναίκες αγαπητή μου δεν είναι παχουλές. Εκτός αν έτσι βολεύει τον συγγρεαφέα - σεναριογράφο.
Ο χρήστης An-Lu είπε…
Καλά πας, καλά πας!
Για να δούμε πως θα περπατήσει!
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ krotkaya
Είδες; Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι.

@ iris
Για σκέψου... Τίποτα πρωτότυπο -σε πρώτη φάση. Σε δεύτερη;

@ november
Όλοι από τον μικρόκοσμό μας εμπνεόμεθα, δηλητηριώδη Νοέμβριε.

@ an-lu
Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Φόνοι στα γρήγορα, ή ανάλυση;
Ο χρήστης An-Lu είπε…
Λίγη ανάλυση παρέα με ένα φόνο και ένας ακόμα φόνος ή απόπειρα...τι λες;
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ an-lu
ΟΚ, αρχίζουμε με λίγη ανάλυση.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ