Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Δίκαιη μοιρασιά


Περίμενε πώς και πώς να ΄ρθει το καλοκαίρι. Το ίδιο κι όλοι οι συνάδελφοι στο γραφείο. Αυτές τις ημέρες, τις δυο βδομάδες, ουσιαστικά, που θα ξέφευγε από το γκρίζο κτίριο, με τα μεγάλα παράθυρα, στα οποία, όμως, πρόσβαση είχαν μόνον οι προϊστάμενοι. Μετρούσε, όπως κι οι υπόλοιποι συνάδελφοί του, μία - μία τις μέρες. Μόνο τσατσάρες που δεν είχαν πάρει, να σπάνε τα δόντια...

Κι ύστερα, ήρθε εκείνη η καταραμένη Τρίτη. Τότε που βγήκε ο προϊστάμενος, με το ημερολόγιο στα χέρια, "να κανονίσουν τις άδειες". Τα έβαλαν κάτω, ζήτησαν ο καθένας το 20ήμερό τους κι ύστερα ο προϊστάμενος χώθηκε στο γραφείο του -εκείνο με την πρόσβαση στα παράθυρα- για να βγάλει το πρόγραμμα.

Η αλήθεια είναι πως φέρθηκε δίκαια: Έδωσε σε όλους τις ίδιες ημέρες, την περίοδο που ήθελαν, με μικρές αποκλίσεις δυο, τριών ημερών. Κανείς, όμως, δεν ήταν ευχαριστημένος. Στο πρόγραμμα εργασίας όσων θα έμεναν πίσω, για κάθε περίοδο, φιγουράριζαν πέντε ονόματα. Έλειπαν... τέσσερα. Σχεδόν οι μισοί.

Πήγαν και το συζήτησαν με τον προϊστάμενο. Το χρόνο που πέρασε είχαν αποχωρήσει από την εταιρία 4 συνάδελφοι. Όλοι ακολούθησαν την... εθελούσια έξοδο. Εθελούσια απόλυση, δηλαδή, τρόπος να σου χρυσώσουν το χάπι. Κανείς δεν αντικαταστάθηκε. Κι αν το χειμώνα δε φαινόταν το κενό, τώρα με τις άδειες το βρήκαν μπροστά τους, θεόρατο...

Το συζήτησαν όλοι μαζί και συμφώνησαν: Θα έπαιρναν, ο καθένας, από οκτώ εργάσιμες ημέρες άδεια. Με δυο μέρες ρεπό, οι τρεις βδομάδες γίνονταν δύο. Κι αυτοί που παρέμεναν πίσω, για να εργαστούν, περισσότεροι... Κι αν του χρόνου έφευγαν κι άλλοι με "εθελούσια", αυτοί που θα έμεναν πίσω, δεν θα έπαιρναν άδεια. Για να μη ζοριστούν... Στο κάτω κάτω της γραφής, βρε αδερφέ, το δικαίωμα στην εργασία είναι ιερό...



Υ.Γ. Στην επιχείρηση που εργάζομαι, δεν έγινε κάτι τέτοιο. Μοιραστήκαμε τις άδειες, τα βρήκαμε στις ημερομηνίες και, ένας - ένας, την κάνουμε με ελαφρά πηδηματάκια. Εγώ, για παράδειγμα, ετοιμάζω βαλίτσες για την ερχόμενη Παρασκευή. Τα εξωτικά Ψακκούδια με περιμένουν. Μόνον που μείναμε πίσω τόσο λίγοι, που χτυπήσαμε κάτι υπερωρίες, άλλο πράμα! Ευτυχώς, η συγκεκριμένη επιχείρηση, πληρώνει κανονικά. Και, στους καιρούς που φθάσαμε, αυτό είναι τύχη...! Μόνο που για να συμπληρώσω διπλοβάρδιες, πού να βρω χρόνο για το Blog και τους φίλους της blogόσφαιρας... Αχ... Ουδέν καλόν, αμιγές κακού!


Η φωτογραφία είναι του Gordon Webster, από εδώ.

Σχόλια

Ο χρήστης ria είπε…
τουλάχιστον εσεις και πληρώνεστε τις υπερωρίες και άδειες θα πάρετε!

εγώ και υπερωρίες κάνω,και δεν τις πληρώνομαι και την άδειά μου δε θα την πάρω όποτε θέλω και ας είμαι και η προϊστάμενη του χώρου!
Ο χρήστης aggelos-x-aggelos είπε…
Όπως και να έχει σου εύχομαι καλές διακοπές!
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ ria

Ναι, ευτυχώς...
Η εκμετάλλευση των "προϊσταμένων" είναι η μόδα της εποχής. Παίρνεις τον τίτλο, σου υπόσχονται ότι θα πάρεις και χρήματα κι ύστερα δουλεύεις περισσότερο από πριν, σε αντικείμενο που καμία σχέση δεν έχει με το αντικείμενό σου...

@ aggelos-x-aggelos

Άγγελε, ευχαριστώ! Τελευταία έξοδος από σήμερα... Και χωρίς να χρειαστώ την αφίσα της Ρίτα Χέιγουορθ!
Θα περάσω κι από το "σπιτικό σου" από Δευτέρα, για να επιστρέψω τις ευχές...

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ