Ξαπλωμένος ανάσκελα στο παγωμένο πεζοδρόμιο, δεν μπορούσε ούτε να σκεφτεί, ούτε να κουνηθεί, ούτε να μονολογήσει. Το μαχαίρι του δολοφόνου του είχε κόψει το λαιμό, από τη μια άκρη ως την άλλη. Είχε κομματιάσει την καρωτίδα και είχε χάσει τόσο αίμα, που ακόμη και μια μοδίστρα να τον αναλάμβανε και να έκλεινε το χάσμα κάτω από το σαγόνι του, δε θα μπορούσε να ανανήψει. Το μόνο που μπορούσε να κάνει, πλέον, ήταν να υπομένει την εξέταση του ιατροδικαστή. Κι ο ιατροδικαστής, ευτυχώς για ένα φρέσκο πτώμα ξαπλωμένο σ ένα παγωμένο πεζοδρόμιο, τέλειωσε τη δουλειά του γρήγορα. Ανασηκώθηκε, κοίταξε το Μίλτο στα μάτια και, λες και του έκανε ερωτική εξομολόγηση, του είπε σχεδόν ψιθυρίζοντας: «Τον πλησίασε από πίσω. Τον αιφνιδίασε. Του έκοψε λαιμό και καρωτίδα με μια κίνηση, πέρα ως πέρα. Τον ξάπλωσε ευγενικά στο πεζοδρόμιο. Όλη την ώρα έτρεχε ποτάμι το αίμα και πρέπει να τον έχει λερώσει. Δεν έδειξε, πάντως, να ενδιαφέρεται, αφού οι κινήσεις του δεν ήταν βιαστικές. Από τη γωνία που μπήκε το μαχ...
KENA ΜΕΤΑΞΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ