Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Στο άντρο των Ρόμιουλανς


Τα-ντάχ!!!
Ξεπρόβαλα πίσω από τον ακαθορίστου σχήματος και προέλευσης βράχο. Το περιβάλλον ήταν αφιλόξενο, όμως δεν ήταν η πρώτη φορά που κινιόμουν σε κάτι τόσο ασταθές: Χώμα που θύμιζε περισσότερο ταλκ, πέτρες που διαλύονταν κάτω από τις μπότες μου, μικροκρατήρες που πετούσαν ψηλά πίδακες ατμού, ενός αερίου που μόνον στην όψη θύμισε το εξαερωμένο νερό... Συνηθισμένα τα βουνά απ' τα χιόνια...
Στο χέρι μου κρατούσα το φρέιζερ. Όχι πολύ σφιχτά. Ελαφρώς χαλαρά, με τη σιγουριά του ανθρώπου που ξέρει τι πάει να κάνει. Αλλά και την αποφασιστκότητα του αστροναύτη που, αν χρειαστεί, θα παραλύσει, με μια παραλυτική ακτίνα που παραλύει, κάθε γερο-παραλυμένο άλιεν, που θα τολμούσε να μπει ανάμεσα σε ΄μένα και το σκοπό μου.
Σκοπός μου ήταν ένας: Να εντοπίσω την εχθρική βάση των Ρέμιουλανς και να ενεργοποιήσω το σύστημα αυτοκαταστροφής. Κάθε εχθρική βάση που σεβόταν τον εαυτό της, τη δεκαετία του '70, είχε και έναν μηχανισμό αυτοκαταστροφής. Έτσι μπορούσες να κάνεις μεγάλη ζημιά χωρίς να είναι απαραίτητο να κουβαλάς βαριά και επικίνδυνα εκρηκτικά. Τα τοποθετούσαν οι ίδιοι οι εχθροί, για να τα χρησιμοποιήσεις εσύ, σε βάρος τους...
Κάτι μου έλεγε πως η είσοδος για το αρχηγείο των Ρέμιουλανς ήταν πίσω από αυτόν τον βράχο, μέσα στη σκοτεινή σπηλιά. Περπάτησα αποφασιστικά. Μπήκα μέσα κι ένας νέος κόσμος ξανοίχθηκε μπροστά στα μάτια μου:
Ένα απόκοσμο φως, γαλαζοπράσινης απόχρωσης, πλημμύριζε τον τόπο. Στο κέντρο της τεράστιας σπηλιάς αιωρούνταν ο "Σκορπιός", το ανίκητο διαστημόπλοιο των Ρέμιουλανς. Η ναυαρχίδα τους. Το γνώριζα πολύ καλά, αφού ως δεύτερος στο διαστημόπλοιο "Έντερπράιζ" της Διαγαλαξιακής Ομοσπονδίας είχα έρθει αντιμέτωπός του αρκετές φορές. Την είχα γλιτώσει, αφού οι Ρέμιουλανς, εκείνο τον καιρό, κατείχαν τεχνολογία αιχμής, πολλά επίπεδα πάνω από την Ομοσπονδιακή. Και τώρα το είχα εκεί, μπροστά μου, ανυπεράσπιστο...
Πλησίασα, χωρίς δυσάρεστες συναντήσεις, τον πίνακα οργάνων, στο βάθος της σπηλιάς, αρκετά επίπεδα πάνω από το αιωρούμενο διαστημόπλοιο. Ρεμιουλιανοί εργάτες αποκαθιστούσαν τις ζημιές και το όπλιζαν με ένα νέο, τριφασικό κανόνι φρέιζερ, που θα μπορούσε να διαλύσει με μια ομοβροντία φωτοτορπίλων ακόμη και το καλύτερο διαστημόπλοιο της ομοσπονδίας.
Ήμουν μπροστά στον πίνακα, πλέον. Έφθανε να κατεβάσω τον κόκκινο μοχλό και να αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Άπλωσα το χέρι μου...
-Ακίνητος!
Η φωνή πίσω μου δε μου άφηνε περιθώρια. Με είχαν εντοπίσει. Ένα δέκατο του δευτερολέπτου πριν εκπληρώσω την αποστολή μου. Είχα δύο επιλογές: Να υπακούσω και να πεθάνω σε κάποιο Ρεμιουλιανό μπουντρούμι, ή να κατεβάσω το χέρι μου πάνω στο μοχλό και να πεθάνω ακαριαία από μια δέσμη του φρέιζερ που, προφανώς, σημάδευε την πλάτη μου. Αποφάσισα το δεύτερο.
Τα τελευταία πράγματα που θυμάμαι ήταν η αίσθηση του μοχλού στην παλάμη μου, να κατεβαίνει και να απελευθερώνει τις φονικές διαθέσεις του συστήματος αυτοκαταστροφής, τη γυναικεία φωνή του κομπιούτερ να αρχίζει την αντίστροφη μέτρηση και το γαργάλημα στη σπονδυλική στήλη, σημάδι πως το φρέιζερ του Ρεμιουλιανού φρουρού είχε βρει το στόχο του κι εγώ έπρεπε να σωριαστώ νεκρός...
Στη συνέχεια, στον άλλον κόσμο που βρέθηκα, ξέσπασε η διαμάχη ανάμεσα σε μένα, στον Αντώνη, τον Κώστα και τον Θωμά, για το αν είχα προλάβει, ή όχι, να κατεβάσω το μοχλό. Εγώ κι ο Θωμάς επιμέναμε, έχοντας αντιπάλους τον Κώστα και τον Αντώνη. Και δεν τα βρήκαμε έως ότου οι μάνες μας μας φώναξαν για φαγητό. Θα συνεχίζαμε το απόγευμα, μετά τον μεσημεριανό ύπνο...

Σχόλια

Ο χρήστης Κωστής Γκορτζής είπε…
Το κείμενο θαυμάσιο.
"Παίζει" και με το προηγούμενο αναδεικνύοντας τη "συγγενή" τάση σου για αλτρουιστική αυτοκαταστροφή...
Ξεπέρασέ το, έχεις πολλά να δώσεις, όχι μόνο στον εαυτό σου... :-)

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ