Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Πανταγοραστές



-Πάμε ΙΚΕΑ;
Τα μάτια της άστραφταν, όταν ξεστόμιζε αυτές τις δυο λέξεις. Κάτι σαν τη νύφη του Τσάκι, στο ομώνυμο Β μούβι. Φρίκη με κυρίευσε. Μεγαλύτερη κι από εκείνη που ένοιωσα όταν η μικρή πρωταγωνίστρια του πρώτου Εξορκιστή ξέρασε μπιζελόζουμο στον παπά. Ήταν Σάββατο μεσημέρι. Και ήθελε να πάμε ΙΚΕΑ!
Μουσική υπόκρουση από τη Ψυχώ. Τα βιολιά στριγκλίζουν. Περπατάει αργά, αλλά σταθερά προς το μέρος μου. Είμαι στο μπάνιο. Σηκώνει αργά το χέρι της. Μου δίνει τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Ξαναρωτάει:
-Πάμε ΙΚΕΑ;
Τα λόγια της μαχαιριά στην καρδιά. Δυο λέξεις, δυο μαχαιριές. Είμαι έτοιμος να σωριαστώ στα πλακάκια του μπάνιου και να σβήσω σαν την Τζάνετ Λι. Θα κρατηθώ, όμως, και θα κάνω το λάθος:
-Πάμε!
Ω, μοίρα τραγική! Ω, ανόητε, άνου, μη σώφρονα άνθρωπε! Ω, ηλιθιότερε των ηλιθίων, που εμπίπτεις στα κελεύσματα των Σειρήνων ως Οδυσσέας άφρων, λυτός -κι όχι δεμένος από το κεντρικό κατάρτι. Αυτά που ακολούθησαν ήταν δικό σου λάθος...
Μόλις φθάσαμε στο πάρκινγκ του ΙΚΕΑ, είχα βεβαιωθεί πως είχα διαπράξει μαλακίαν. Το ήξερα απο΄την πρώτη στιγμή, βέβαια, αλλά πλέον είχα σιγουρευθεί. Πάρκινγκ, θέσεις 1.500. Κενές θέσεις 0! Μηδέν! Νάδα! Νέμα! Νάν!
Μαζί με άλλους 100-200 περιμέναμε, ως αντάρτες στο καραούλι, να αδειάσει μια θέση, για να ξεχυθούμε, πατώντας γκάζι και να προλάβουμε να την καταλάβουμε, όπως ο Άρης τα φυλάκια των Γερμανών κατακτητών. Κι όταν, κάποια στιγμή, κατάφερα να φθάσω πρώτος, το πανηγύρισα όπως θα πανηγυρίσει ο Τόργκελε δικό του γκολ στην Τούμπα(για τους μη μυημένους στο άθλημα, ο Τόρκγελε είναι κάτι σταν τον Φόρεστ Γκαμπ. Παίρνει τη μπάλα, τριπλάρει όποιον βρει μπορστά του, αλλά χρειάζεται επιγραφή για να καταλάβει πότε πρέπει να σουτάρει και πότε να σεντράρει. Τα δε οικονομικά του ΠΑΟΚ δεν επιτρέπουν, ακόμη, την αγορά κατάλληλης επιγραφής. Άρα, όταν ο συγκεκριμένςο παίκτη πετύχει, τελικά, γκολ, οι πανηγυρισμοί του θα είναι ανάλογοι των Ρουμάνων όταν έπεσε ο Τσαουσέσκου).
Κι έπειτα ήρθε η ιερή στιγμή που περάσαμε την κυλινδρική -τουρνικέ- πόρτα. Επί μιάμιση ώρα περιδιαβαίναμε τους διαδρο΄μους, αναζητώντας το Γκράαλ: μια στήλη για τα dvd μας. Η οποία, όμως, έπρεπε να έχει χωρητικότητα τουλάχιστον 400 dvd. Με την κίτρινη τσάντα στα χέρια, το γνωστό μολυβάκι και το δελτίο παραγγελίας, τη χάρτινη μεζούρα και ατέλειωτη υπομονή, μετρήσαμε, μετακινήσαμε, σημειώσαμε, σημαδέψαμε, σχολιάσαμε και καταλήξαμε: αυτή η στήλη, σ αυτό το χρώμα, ποσότης 3.
Μετά από σόυντομο διάλειμμα στο κατάμεστο φαστ φουντάδικο του εσωτερικού του καταστήαμτος, για ένα τσιγάρο και μια ανάσα, πήραμε το καροτσάκι μας και βαδίσαμε προς την αποθήκη. Διάδρομος δύο, ράφι Κ.
Οι σύγχρονοι κυνηγοί της χαμένης κιβωτού βρήκαμε το μαγικό πακέτο, μετά απο΄μία ώρα. Το ζαλωθήκαμε, τραγουδήσαμε "μη βροντοχτυπάς τις χάντρες, η δουλειά κάνει τους άντρες, το γιαπί το πιλοφόρι το μυστρί", αναπολήσαμε τα χρόνια του καρνάγιου, που γυρνούσαμε γυμνόστηθοι κάτω από τον ήλιο, με το ματσακόνι στα χέρια, τρώγωντας ντομάτα και κρεμμύδι και κινήσαμε προς τα ταμεία.
Τότε έγινε το κακό. Περνώντας από την έξοδο της αποθήκης, είδαμε τη στήλη που τόσο αγαπήσαμε, στημμένη χωρίς άλλα έπιπλα γύρω της. Είχε ύψος 2,20, πλάτος μόλις 12 εκατοστά και βάθος άλλα 12! Ως οβελίσκος υψωνόταν προς τον ουρανό και μας γέμισε απορία: Πώς διάολο στέκεται όρθια, χωρίς να καταρρέει στο παραμικρό φύσημα του ανέμου; Έδειχνε έτοιμη να καταρρεύσει ακόμη και με την κλανιά του αρσενικού γάτου μας -του Σαγιονάρα!
Πλησιάσαμε και είδαμε το μυστικό: Τη στήριζαν στο έδαφος ειδικές μεταλλικές λάμες! Έλα, όμως, που εμείς δε θα μπορούσαμε να τρυπήσουμε το πάτωμα του σπιτιού που νοικιάζουμε, για να στερεώσουμε τις στήλες του Ολυμπίου Διός! Έτσι παρατήσαμε τα πακέτα και κινήσαμε για την έξοδο.
Αφήσαμε πίσω μας το ΙΚΕΑ με δυο λούτρινους ταράνδους των επτά ευρώ (δωράκια για παιδάκια) και τρεις κουρελούδες, για να κατουράει ο Σαγιονάρας... Είχαν περάσει τρεισίμι ώρες... Είχαμε γίνει αγοραστές των πάντων, όσων δεν χρειαζόμασταν.

Σχόλια

Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
xaxa!

mporeis na thn piaseis kai m ena mikro "louraki" apo panw, m ena karfi ston toixo.
"patentes"
Ο χρήστης Кроткая είπε…
καλα, ΔΕΝ διαβάζετε τις διαστάσεις των επίπλως πριν τα ζαλωθείτε σαν τους σκλάβους;

καλά, δεν έχετε μάθει ακόμα πως τα πάρκινγκ του ΙΚΕΑ είναι άδεια μόνο όταν εγώ κα΄νω μάθημα οδήγησης εκεί;

καλά, τίποτα καλύτερο ΔΕΝ είχατε να κάνετε σαββατιάτικα;

και μη μου πείτε, αγαπητέ, να μην παίζω με τον πόνο σας! Εσείς με καλέσατε να επανέλθω, παρά το βεβαρυμένο μου πρόγραμμα!!!
Ο χρήστης iris είπε…
σαν το ΙΚΕΑ δεν έχει !!

Γαμάτη φωτό !
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
βάζω στοίχημα ότι το τραπεζάκι της φωτογραφίας το διαλέξατε εσείς ;-)
Ο χρήστης Ανώνυμος είπε…
Σάββατο μεσημέρι στο ΙΚΕΑ δεν πάνε να ψωνίσουν. Πάνε να ψωνιστούν. Όλα τα Βαλκάνια... Σφάλμα αγαπητέ μου, εκτός κι αν πάτε μόνος!
Αν με καλέσετε για φαγητό, θέλω την ανατολική πλευρά του τραπεζιού (εκεί που κοιτάει η κοπελιά).... :)
Ο χρήστης diastimata είπε…
@ onomatodosia

Το λουράκι δεν το σκέφτηκα! Δέχομαι κι άλλες προσφορές

@ krotkaya

Μου έδωσες φοβερή ιδέα. Την επόμενη φορά που θα θελήσω να πάω ΙΚΕΑ, να σου κάνω τα εισιτήρια να έρθεις Θεσσαλονίκη και να σου παραχωρήσω άρμα Leopard για να εξασκηθείς στο πάρκιγκ! Κλείσε τα μάτια σου και σκέψου την εικόνα, όταν εκατοντάδες πανικόβλητοι θα εγκαταλείπουν το κτίριο και θα φεύγουν, άρον άρον, με τα αυτοκίνητά τους! Κι εγώ θα κάνω τα ψώνια μου ήσυχος! Yeah!

@ iris

Κατέβασα και μια άλλη, καλύτερη, αλλά δεν κατέστη δυνατόν να την κρεμάσω. Μια άλλη φορά...

@ november

Απιστίες εγώ δεν κάνω, όπως ξέρεις καλά! ;-)

@ imiaimos
Δε χαλάμε χατίρια εμείς! Ανατολικά θέλει ο επισκέπτης; Ανατολικά...
Ο χρήστης An-Lu είπε…
Βρε τι τρα΄βατε κι εσείς οι βόρειοι!!!
(όχι πως εμείς εδω κάτω πατάμε στο ΙΚΕΑ Σαββατιάτικα....αν και μας έχει βαφτίσει θεόμουρλος παπάς, τέτοια δεν κάνουμε!)

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Μια αρχή, πριν καιρό...

"Θεριό ανήμερο"! Η κυρα-Λένη ήταν, πάλι, παπόρι... "Αυτός ο σατανάς, με διαόλισε, χρονιάρα μέρα"!

Ο Γιάννης και τα άλογα...

Και τι ζητούσε; Τι ζητούσε; Μια ευκαιρία στον παράδεισο να... ζούσε. Και πήγε. Παράδεισος και κόλαση μαζί, το Λευκοχώρι. Γύρω στα 50 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, στο δρόμο προς τις Σέρρες. Εκεί αγνάντευσε, κάπνισε ένα τσιγάρο (κάπνιζε ακόμη τότε) και αποφάσισε να φτιάξει, από το μηδέν, το Αγνάντι. Ο Γιάννης Γεωργακόπουλος πάλεψε με Θεούς, με Δαίμονες, με την τύχη του, με τις λέ ξεις και, πέρα από το γνωστό τραγούδι που μελοποίησε ο Λ. Μαχαιρίτσας (Και Τι Ζητάω), έφτιαξε ένα ποίημα: Ένα αγρόκτημα με άλογα, με κανώ, με οχήματα παντός εδάφους και με καταπληκτικό φαγητό. Εκεί συνάντησε και τον έρωτα. Παντρεύτηκε και ,μαζί με τη γυναίκα του, έχτισαν κι έναν ξενώνα. Το αγρόκτημα στη μία άκρη του χωριού και τον ξενώνα στην άλλη. "Για να ΄μαι πάντα... πρώτος στο χωριό", λέει... Χιουμορίστας, αλλά και παθιασμένος, ζωγράφος, στιχουργός, σταβλίτης, μάγειρας, πολυτεχνίτης, αλλά σε καμία περίπτωση... ερημοσπίτης. Πολύ καλός για παρέα, μαχητής, των δρόμων και των δασών. "Δεν προσκυν

Ένα λούμπεν νευρόσπαστο

Τον γνώρισα το 1969. Μαθητής δημοτικού, έψαχνα, μέσα στο επαρχιακό πρακτορείο εφημερίδων, κάποιο βιβλίο ή, έστω, τα «Κλασσικά Εικονογραφημένα». Ο ξάδελφός μου είχε ένα τεύχος, με την Οδύσσεια και είχα ενθουσιαστεί. Έψαχνα κάτι παρόμοιο. Τα «Κλασσικά» ήταν μηνιάτικο περιοδικό. Είχε τελειώσει. Περιδιάβαινα, έτσι, τις στοίβες των εφημερίδων και των περιοδικών, όταν το μάτι μου έπεσε σ αυτόν. Ήταν εξώφυλλο. Σούπερ σταρ των κόμικς, αλλά και κωλοχαρακτήρας. Σίγουρα ο νεαρός που κανείς δεν θα έβαζε στο σπίτι του: Αν ήσουν κοπέλα, δεν θα εμπιστευόσουν ποτέ έναν μόνιμα άνεργο τύπο, που φοράει ναυτική μπλούζα και ξεχνάει να φορέσει παντελόνι. Αν ήσουν νεαρός, η μάνα σου θα σου έκανε το βίο αβίωτο με τον «φίλο που δεν δουλεύει ποτέ και περνάει τη μέρα του σε μια αιώρα». Ο Ντόναλντ, όμως, δεν ήταν ένας χαρακτήρας πρώτης ανάγνωσης. Ήταν πολυεπίπεδος ήρωας. Η πρώτη ιστορία που διάβασα, ήταν μια περιπέτεια του πλουτοκράτη τσιγκούνη θείου, του Σκρουτζ Μακ Ντακ. Φοβόταν ότι οι Λύκοι θα του έκλεβ